06 October 2017

Το όραμα της Ιωνίας


Το όραμα της Ιωνίας - Η Ελλάδα στη Μικρά Ασία 1919-1922
Μάικλ Λιουέλλυν Σμιθμετάφραση: Λίνα Κάσδαγλη
Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 2002, 679 σελ.

Τον Ιανουάριο του 1915, λίγο μετά την έναρξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, η Βρετανία προσέφερε στην Ελλάδα σημαντικά εδαφικά αντισταθμίσματα στη Μικρά Ασία προκειμένου να μπει η Ελλάδα στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. Η πρόταση αυτή υπήρξε αφετηρία μιας διαδοχής γεγονότων που κατέληξε στην τραγωδία του 1922, με την καταστροφή της ελληνικής Σμύρνης και τον ξεριζωμό του ελληνισμού της Μικράς Ασίας. Το βιβλίο αυτό περιγράφει την κατοχή της Σμύρνης και τον μικρασιατικό πόλεμο σε σχέση με την ελληνική Μεγάλη Ιδέα και τις διαμάχες των Μεγάλων Δυνάμεων στη Μέση Ανατολή. Ιχνηλατεί τις απαρχές του "οράματος της Ιωνίας" του Ελευθερίου Βενιζέλου αλλά και της ιδέας που μοιράστηκε με τον Ντέιβιντ Λόυντ Τζωρτζ για μια αγγλοελληνική συνεννόηση στην ανατολική Μεσόγειο. Η συναρπαστική αφήγηση ζωντανεύει τα γεγονότα που διαμόρφωσαν την πολιτική και την κοινωνία της νεότερης Ελλάδας.

Αναζητώντας έξοδο από τον λαβύρινθο

του Michael Llewellyn Smith, Καθημερινή, 15/11/2009

Το καλοκαίρι του 1922 ο ελληνικός στρατός στη Μικρά Ασία είχε στρατοπεδεύσει σε αμυντική θέση στις γραμμές που κατείχε τον τελευταίο χρόνο. Απέναντί του είχε έναν δεινό πλέον τουρκικό στρατό, τον οποίον είχε δημιουργήσει ο Κεμάλ Πασάς.

Η «Καθημερινή» δημοσίευσε το διάσημο κύριο άρθρο «Οίκαδε» στις 14/26 Αυγούστου 1922. Σε αντίθεση με πολλά κύρια άρθρα που είχε γράψει ο Γεώργιος Α. Βλάχος, ο ιδρυτής της εφημερίδας, αυτό ήταν ανυπόγραφο. Αλλά είχε ορθά υποτεθεί ότι ήταν δικό του. Υποστήριζε ότι δεν πήγαινε άλλο. Ο ελληνικός λαός και οι ένοπλες δυνάμεις είχαν κάνει ό,τι μπορούσαν. Οι συμμαχικές διασκέψεις, που είχαν λάβει χώρα από τότε που ο Βενιζέλος έπεσε από την εξουσία, δεν είχαν αποφέρει αποτελέσματα. «Αύριον έρχεται το φθινόπωρον και μεθαύριον ο χειμών. Και η Ελλάς, διά λόγους σπουδαίους, διά λόγους αποβλέποντας εις την ιδίαν αυτής γαλήνην, έχει την υποχρέωσιν να διαχειμάση οίκαδε». Τρεις μέρες αργότερα ο Βλάχος επανέλαβε τη συμβουλή του σε ένα κύριο άρθρο με τίτλο «Οι Πομερανοί».

Τα άρθρα της «Καθημερινής» έφτασαν πολύ αργά για να είναι χρήσιμα. Οταν τα δημοσίευσε ο Βλάχος, η κατάσταση του ελληνικού στρατού ήταν ήδη απελπιστική. Τα χρήματα και τα εφόδια δεν επαρκούσαν. Οι σύμμαχοι είχαν μπλοκάρει τις πιστώσεις μετά την επιστροφή του βασιλιά Κωνσταντίνου. Το ηθικό χειροτέρευε. Ο στρατός έμοιαζε με μήλο φαγωμένο στο εσωτερικό του από έντομα, επιφανειακά ακέραιο αλλά έτοιμο να αποσυντεθεί.

Ο Κεμάλ εξαπέλυσε την επίθεσή του στις 26 Αυγούστου. Ο Βλάχος αργότερα, όταν αντιμετώπισε κριτική, υποστήριξε ότι τα κύρια άρθρα του συνέπεσαν με την τουρκική επίθεση, άρα δεν θα μπορούσαν να είχαν επηρεάσει την έκβαση. Μερικές μέρες αργότερα το ελληνικό μέτωπο έσπασε. Ο στρατός υποχώρησε στη Σμύρνη, σπέρνοντας πίσω του την καταστροφή. Υπό την επίβλεψη του ύπατου αρμοστή Στεργιάδη, το ελληνικό κράτος στη Μικρά Ασία διαλύθηκε. Τους υπαλλήλους του ελληνικού κράτους και τον στρατό, που εκκένωσαν τη χώρα, ακολούθησαν πολλές χιλιάδες χριστιανοί, ως πρόσφυγες.

Η κυβέρνηση είχε αντιμετωπίσει το εξής δίλημμα: αν απέσυρε τον στρατό, ο χριστιανικός πληθυσμός θα έμενε εκτεθειμένος σε σκληρά αντίποινα και κατά πάσα πιθανότητα θα τρεπόταν σε φυγή· αλλά αν ο στρατός παρέμενε, μπορεί να κατέρρεε. Πίστευαν ότι μόνο μία λύση που θα επέβαλαν οι Μεγάλες Δυνάμεις, π.χ. αυτή της αυτονομίας, θα μπορούσε να σώσει τον ελληνικό πληθυσμό. Αλλά οι Δυνάμεις αδυνατούσαν να δώσουν μια τέτοια λύση. Συμβουλές για να αναδιοργανωθεί η διοίκηση της Μικράς Ασίας, να παραδοθεί στους ντόπιους, και αυτοί να εκπαιδευτούν ώστε να την υπερασπίζουν, θα μπορούσαν να είχαν κάποιο νόημα μήνες νωρίτερα, αλλά όχι τώρα. Ο Βλάχος αποκάλεσε την κυβέρνηση κληρονόμους του εθνικού προβλήματος, και όχι δημιουργούς του.

Ο βασικός παράγοντας που ενεθάρρυνε τον Βενιζέλο να αναλάβει εντολή κατοχής της Δυτικής Μικράς Ασίας δεν ίσχυε πλέον. Αυτός ο παράγοντας ήταν η υποστήριξη των Μεγάλων Δυνάμεων. Οταν ο Βενιζέλος έπεσε από την εξουσία, ήταν ήδη ξεκάθαρο ότι οι Γάλλοι ήθελαν πολύ να αποκαταστήσουν καλές σχέσεις με την Τουρκία. Οι Ιταλοί ανέκαθεν ήταν εχθρικοί, και οι Αμερικανοί είχαν ουσιαστικά βγει από το παιχνίδι.

Το μεγαλύτερο εμπόδιο στην επιτυχία των Ελλήνων ήταν ο Κεμάλ, ο οποίος ήταν ένας ευφυής ρεαλιστής. Αποδέχθηκε την απώλεια των αυτοκρατορικών επαρχιών έξω από την Ανατολία. Αλλά επέμενε στην αποχώρηση των Ελλήνων από τη Σμύρνη και την ενδοχώρα της. Απαιτούσε επίσης την Ανατολική Θράκη. Ούτε ο Βενιζέλος ούτε οι διάδοχοί του βρήκαν απάντηση σε αυτόν τον νέο τουρκικό εθνικισμό.

Η πιο ξεκάθαρη εικόνα της σύγχυσης των αντι-βενιζελικών κυβερνήσεων δόθηκε από τον Ιωάννη Μεταξά. Τον Απρίλιο του 1921, μετά την αποτυχία δύο περιορισμένων ελληνικών επιθέσεων, η κυβέρνηση προσκάλεσε τον Μεταξά να επιστρέψει ως αρχηγός του Επιτελείου ή ως αρχηγός των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων. Ο Μεταξάς αρνήθηκε. Πίστευε ότι η φιλοδοξία του Βενιζέλου να προσαρτήσει τη Μικρά Ασία ήταν μία πλάνη. Είπε στους υπουργούς ότι ζητούσαν την κατάκτηση της Μικράς Ασίας χωρίς να την προετοιμάσουν δια της εξελληνίσεως της χώρας. «Κατά το φαινόμενον μόνον πρόκειται περί της Συνθήκης των Σεβρών [η συνθήκη ειρήνης με την Τουρκία, της 10ης Αυγούστου 1920, η οποία δεν επικυρώθηκε ποτέ]. Πράγματι πρόκειται περί διαλύσεως της Τουρκίας και εγκαθιδρύσεως του κράτους μας επί των χωρών της».

Ο Γούναρης απάντησε ότι δεν ήταν αυτή η δική του πολιτική: «Ο Βενιζέλος μας έφερε εκεί. Τον πόλεμον τον εύρομεν». Αν η Ελλάδα απεσύρετο τώρα, η Βρετανία θα έπαυε να τη θεωρεί σοβαρό έθνος. Επίσης θα σήμαινε, είπε ο Πρωτοπαπαδάκης, ότι η Θράκη θα χανόταν, και ότι τον βασιλιά θα τον συνέπαιρνε η οργή του κόσμου. Ολα αυτά επαληθεύτηκαν την επαύριο της Καταστροφής. Ο ελληνισμός στη Μικρά Ασία έσβησε ως ζωντανή παρουσία δια της φυγής των προσφύγων και της υποχρεωτικής ανταλλαγής πληθυσμών που συμφωνήθηκε το 1923. Ο βασιλιάς πήγε εξορία, και οι υπουργοί έχασαν τη ζωή τους από το εκτελεστικό απόσπασμα μετά τη Δίκη των Εξι.

Κολοσσιαία πρόκληση για ένα μικρό, αδύναμο και διχασμένο έθνος

Στην πραγματικότητα, ο Βενιζέλος, καθώς και οι βασιλικοί διάδοχοί του, ηττήθηκαν από τη δυσεπίλυτη πρόκληση, η οποία ήταν ολοφάνερη από το 1919. Ηταν αδιανόητο ότι ο Βενιζέλος θα γυρνούσε την πλάτη του στη μικρασιατική πολιτική του, αλλά ήταν ξεκάθαρο ακόμη και το 1919 ότι η κατοχή της Δυτικής Μικράς Ασίας ήταν τρομερά ριψοκίνδυνη. Αν ο Βενιζέλος είχε παραμείνει στην εξουσία, το καλύτερο που θα μπορούσε να είχε κάνει, θα ήταν να διαχειριστεί την κατάσταση καλύτερα, και ίσως να κρατήσει την Ανατολική Θράκη. Αλλά η λαϊκή ετυμηγορία στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920 καθιστά μία τέτοια υπόθεση ακαδημαϊκή.

Οι βενιζελικοί υποστήριζαν ότι ο Κωνσταντίνος, ο οποίος επέστρεψε μετά το δημοψήφισμα του Δεκεμβρίου του 1920, ήταν το κύριο εμπόδιο στην επίτευξη των απατηλών κερδών της Συνθήκης των Σεβρών. Χωρίς αυτόν, η υποστήριξη των συμμαχικών δυνάμεων θα απεκαθίστατο. Οπότε όφειλε να παραιτηθεί. Αλλά ακόμη και αν η απομάκρυνσή του είχε αυτή την επίδραση, το επιχείρημα ήταν πλασματικό. Ο Κωνσταντίνος ήταν στην καρδιά του αντι-βενιζελικού σκοπού, και δεν μπορούσε να εγκαταλειφθεί από τους ίδιους τους υποστηρικτές του.

Επρεπε οι αντι-βενιζελικοί να είχαν το κουράγιο να εγκαταλείψουν την επιθετική πολιτική στη Μικρά Ασία και να μικρύνουν δραστικά το μέτωπο· ή να αποσυρθούν από τη Μικρά Ασία εντελώς και να σκοπεύσουν στο να κρατήσουν την Ανατολική Θράκη; Ολες αυτές οι τακτικές συζητήθηκαν. Καμία δεν ήταν εύκολη. Ομως δεν θα μπορούσαν να είναι χειρότερες από αυτές που με ανικανότητα ακολουθήθηκαν.

Η τραγική έκβαση του μικρασιατικού εγχειρήματος απεικόνιζε τη συγκριτική αδυναμία της Ελλάδας, και τα λάθη και των δύο πολιτικών στρατοπέδων. Η βενιζελική «ανόρθωσις» και οι επιτυχίες των Βαλκανικών Πολέμων έκαναν την Ελλάδα έναν σημαντικό παράγοντα στην Εγγύς Ανατολή. Αλλά οι πιέσεις που άσκησε ο Εθνικός Διχασμός στο κοινωνικό σύνολο και στις ένοπλες δυνάμεις ήταν τέτοιες που η Ελλάδα δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στην κολοσσιαία πρόκληση της κατοχής, του ελέγχου και, στο τέλος, της προσάρτησης της Δυτικής Μικράς Ασίας, στην οποία το μουσουλμανικό στοιχείο υπερείχε αριθμητικώς των Ελλήνων χριστιανών.


* Ο Sir Michael Llewellyn Smith είναι ο συγγραφέας του βιβλίου «Το όραμα της Ιωνίας: Η Ελλάδα στη Μικρά Ασία 1919-1922» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης. Διετέλεσε πρέσβης της Βρετανίας στην Ελλάδα από το 1996 έως το 1999 και είναι ο νέος κάτοχος της Εδρας «Ελευθέριος Βενιζέλος» του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος.


Από το όραμα στη συντριβή

Μια διαδρομή στη διεθνή βιβλιοπαραγωγή για τη μικρασιατική εκστρατεία, την καταστροφή και την ανταλλαγή των πληθυσμών
του Νίκου Μαραντζίδη, ΒΗΜΑ, 12/9/2010

Η μικρασιατική εκστρατεία και οι άμεσες και έμμεσες συνέπειές της έγιναν η αιτία για μια πλούσια βιβλιογραφική παραγωγή. Μερικά από τα έργα αυτά μπορούν να θεωρηθούν πλέον κλασικά. Λόγω της μεγάλης διεθνούς σημασίας της η Μικρασιατική Καταστροφή αποτέλεσε αντικείμενο μελέτης αρκετών ξένων επιστημόνων. Η διεθνής βιβλιογραφική παραγωγή καλύπτει μεγάλο εύρος θεμάτων. Μπορούμε να την ταξινομήσουμε με βάση τη χρονική εστίαση, την οπτική και το είδος αφήγησης του συγγραφέα. 

Στην πρώτη ενότητα έχουμε κυρίως έργα που η αφήγησή τους ξεκινά από τα τέλη του 19ου αιώνα ή τις αρχές του 20ού και εξιστορούν τις διεθνείς και εσωτερικές πολιτικές και κοινωνικές διεργασίες οι οποίες οδήγησαν στη μικρασιατική περιπέτεια. Σε αυτήν την κατηγορία ένα από τα βιβλία που ξεχωρίζουν είναι οπωσδήποτε αυτό του πρώην Βρετανού πρεσβευτή στην Αθήνα Μichael Llewellyn Smith, Ιonian Vision: Greece in Αsia Μinor 1919-1922, (University of Μichigan Ρress, 1973) και μεταφράστηκε το 2002 από το ΜΙΕΤ. (Το όραμα της Ιωνίας. Η Ελλάδα στη Μικρασία 1919-1922.) Μέσα από μια εξαιρετικά ζωντανή αφήγηση το βιβλίο παρουσιάζει όσα διαδραματίστηκαν σε διπλωματικό, πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο, από τα μέσα της δεκαετίας του 1910 ως το τέλος του πολέμου. Με αφετηρία τη Μεγάλη Ιδέα επιχειρεί επίσης να κατανοήσει το όραμα του Βενιζέλου και την ένταξή του σε ένα σχέδιο διπλωματικών κινήσεων. 
Τα βιβλία της δεύτερης ενότητας επικεντρώνονται στο μεγαλύτερο κοινωνικό πρόβλημα που γέννησε ο πόλεμος: το προσφυγικό ζήτημα. Εδώ το θέμα αυτό αντιμετωπίζεται κυρίως ως στοίχημα της διεθνούς ανθρωπιστικής παρέμβασης και ως ζήτημα για την παραγωγή δημόσιων πολιτικών αλλά και πολιτικών συγκρούσεων. Ως σημείο αφετηρίας της μεγάλης αυτής θεματικής ενότητας μπορούμε να θεωρήσουμε το βιβλίο του πρέσβη των ΗΠΑ στην Κωνσταντινούπολη κατά τα έτη 1913-1919 και προέδρου της επιτροπής αποκατάστασης προσφύγων την περίοδο 1923-1929 Ηenry Μorgenthau, Ι was sent in Αthens (1929). 
Σε επιστημονικό επίπεδο κλασικό πλέον θεωρείται το έργο του Dimitri Ρentzopoulos, Τhe Βalkan Εxchange of Μinorities and its Ιmpact on Greece (Μouton, 1962). Αφού κάνει μια εισαγωγή στη Μεγάλη Ιδέα και στην προϊστορία στα ζητήματα της ανταλλαγής πληθυσμών εμβαθύνει στο θέμα εγκατάστασης των προσφύγων. Ο Πεντζόπουλος αναλύει την επίδραση της εγκατάστασης των προσφύγων στην Ελλάδα από εθνολογική, οικονομική, πολιτική και πολιτισμική άποψη. αποτιμώντας τη θετικά. Το βιβλίο υπήρξε σπουδαίο, όχι μόνο για τις αναλύσεις του αλλά κυρίως γιατί διαμόρφωσε την κατοπινή ερευνητική ατζέντα. Για τις συνέπειες της εγκατάστασης των προσφύγων στην πολιτική ζωή αναμφίβολα κλασικό παραμένει, επίσης, το βιβλίο του Γιώργου Μαυρογορδάτου, Ελληνικός στρατός στην Κίο της Βιθυνίας, Stillborn republic: Social coalitions and party strategies in Greece 1922-1926 (University of California Ρress, 1983). Παρ΄ όλο που το βιβλίο δεν επικεντρώνεται στους πρόσφυγες, εν τούτοις η παρουσία των προσφύγων και η πρόσδεσή τους με τον βενιζελισμό αποτελούν κρίσιμο στοιχείο στην ανάλυση του Μαυρογορδάτου για την κατανόηση τού τι συνέβη στον ελληνικό Μεσοπόλεμο. 
Η τρίτη κατηγορία ασχολείται και αυτή με τους πρόσφυγες αλλά με διαφορετική ματιά. Χαρακτηριστικό είναι το γνωστό βιβλίο της Renee Ηirschon, Ηeirs of the Greek Catastrophe, Τhe Social Life of Αsia Μinor Refugees in Ρiraeus (Οxford, 1989). Η μελέτη (μεταφράστηκε στα ελληνικά από το ΜΙΕΤ το 2004) αφορά τη ζωή των προσφύγων στην Κοκκινιά, πενήντα χρόνια μετά την εγκατάστασή τους. Στην παραπάνω οπτική πρέπει να ενταχθεί και το θαυμάσιο βιβλίο του Βruce Clark, Τwice a Stranger: how mass expulsion forged Greece and Τurkey (Granta, 2006)- μεταφράστηκε από τις εκδόσεις Ποταμός το 2007 με τον τίτλο Δύο φορές ξένος. Η προσέγγιση συνιστά αλλαγή στη στάση απέναντι στην ανταλλαγή των πληθυσμών που επέβαλε η Συνθήκη της Λωζάννης. Ως τώρα η ανταλλαγή συνηθιζόταν να αποτιμάται θετικά ενώ αντίθετα ο Clark έχει επικριτική ματιά, όπως φαίνεται και από τον τίτλο του βιβλίου του. 
Θέμα ταμπού στην Τουρκία 
Τα τελευταία χρόνια το ενδιαφέρον για τους πρόσφυγες μετατοπίστηκε στην Τουρκία, όπου εκεί ήταν για πολλά χρόνια ένα θέμα ταμπού. Με πρωτοβουλία του συλλόγου ανταλλαγέντων το 2003 διοργανώθηκε μια επιστημονική συνάντηση στην Κων/πολη με παρουσία Τούρκων, Ελλήνων και άλλων επιστημόνων με αντικείμενο τις συνέπειές της Συνθήκης της Λωζάννης και την ανταλλαγή των πληθυσμών. Στη συνέχεια εκδόθηκε με επιμέλεια της Μufide Ρekin (Υeniden Κurulan Υasamlar, 1923 Τurk-Υunan Ζorunlu Νufus Μubadelesi, 2005) ένας συλλογικός τόμος που μεταφράστηκε και στα ελληνικά (Κώστας Τσιτσελίκης (επ.), Η ελληνοτουρκική ανταλλαγή πληθυσμών, Κριτική,2006). Ο τόμος αναδεικνύει όλες τις πτυχές που περιστρέφονται γύρω από τη ζωή των προσφύγων στις προηγούμενες ή στις νέες πατρίδες τους. Η εκστρατεία στη Μικρά Ασία και οι συνέπειές της στη ζωή των ανθρώπων και των κοινωνιών φαίνεται πως μπορούν να αποτελέσουν, σήμερα, αφορμή διαλόγου και κατανόησης μεταξύ των δύο πλευρών του Αιγαίου. Είναι και αυτός ένας άλλος τρόπος για να επουλωθεί το τραύμα.