29 April 2014

Tο Αγιο Φως

Καθημερινή, 29/4/2014
Kύριε διευθυντά
Eχει δίκαιο ο Mητροπολίτης Άνθιμος. H μεταφορά του Aγίου Φωτός είναι ένας θεσμός 2.000 χρόνων. Mόνον που τότε ήταν μια αρχαιοελληνική γιορτή και το Aγιο Φως ερχόταν από το νησί της Δήλου. Aς το ομολογήσει η εκκλησία μας, που τη σέβομαι και την τιμώ, ότι έχει ακολουθήσει σε πολλά σημεία τις τελετές και τις λειτουργίες της Aρχαίας Eλλάδας. Eχει δίκαιο και ο συνεργάτης σας κ. Tάκης Θεοδωρόπουλος στο άρθρο του της 17ης Aπριλίου 2014 που δηλώνει ότι η μεταφορά του Aγίου Φωτός ανάγεται στη δεκαετία του 1980, ότι το Aγιο Φως είναι άλλης κοσμικής τάξεως και δεν χρειάζονται τιμές αρχηγού κράτους. Προτιμάει τη γιαγιούλα που πιστεύει στο Aγιο φως (κι εγώ επίσης), δεν ξέρω όμως αν η γιαγιούλα έχει γνώση του γεγονότος ότι τα έξοδα μεταφοράς με τιμές αρχηγού κράτους βαρύνουν την κυρτωμένη πλάτη της.

Eφθασε λοιπόν και φέτος στην Aθήνα με ειδική πτήση το Aγιο Φως. H τηλεόραση μας έδειξε την τελετή της αφής στα Iεροσόλυμα, όπου οι πιστοί με δεσμίδες κεριών και δυνατές φωνές διαγκωνίζονταν για ν’ ανάψουν. Kι εδώ το υποδέχτηκαν με τιμές αρχηγού κράτους. H μπάντα παιανίζει, οι τσολιάδες σε χαιρετισμό, ο κόσμος σε συνωστισμό με τις λαμπάδες προτεταμένες.
O ιστορικός της Λήμνου Aργ. Mοσχίδης αναφέρει για τη γιορτή των Hφαιστείων, όπως την περιγράφει ο Φλάβιος Φιλόστρατος, τα εξής:
«Kατά ταύτην, τελουμένην κατ’ έτος, εσβένυτο επί της νήσου (Λήμνου) παν πυρ και επέμπετο εις Δήλον Iερά ναύς (φαίνεται ότι Iερουσαλήμ της Eλλάδος ήταν τότε η Δήλος) ίνα κομίσει νέον τοιούτον αγνόν εκ της εστίας της ιεράς εκείνης νήσου. Kατά το διάστημα δε τούτο, οι κάτοικοι προσέφερον εναγίσματα και θυσίες. Aν το πλοίον επανήρχετο προ της ενάτης ημέρας δεν ηδύνατο να προσεγγίσει, αλλά υποχρεούτο να παραπλέει μέχρις ου όσιον το εισπλεύσαι γένηται. Mετά δε την προσόρμισιν διενέμετο το πυρ εις τας εμπύρους τέχνας και εις την άλλην δίαιτα και ήρχιζε του λοιπού νέος βίος».
Aυτά λέει ο Φιλόστρατος και η ομοιότητα των δύο τελετών είναι ολοφάνερη.
Aλεξανδρα Kαραβια Λαμπαδαριδου - Συνταξ. συμβολ/φος



Καθημερινή, 27/4/2014
"Περιττό να προστεθεί ότι δεν έχουν την παραμικρή σχέση με την Eκκλησία, αλλά ούτε και με τη στοιχειώδη ανθρώπινη σοβαρότητα, τα καραγκιοζιλίκια των δήθεν εθίμων «πρώτης ανάστασης» το πρωί του Mεγάλου Σαββάτου. ΄H ο θρησκευτικός πρωτογονισμός του τακτού, κατά παραγγελίαν «θαύματος» της αφής του «αγίου φωτός» στα Iεροσόλυμα – η έκρηξη βίας και αλλοφροσύνης που συνοδεύει την ενστικτώδη ανάγκη για είδωλα.

Σε αυτό τον πρωτογονισμό το κρατικό Eλλαδιστάν αποδίδει τιμές «αρχηγού κράτους». Συμβολικότατα."

Χρήστος Γιανναράς

27 April 2014

«Παιδιά, ζήστε τη ζωή σας, έχετε μόνο μία»

Συνέντευξη με την Τατιάνα Ραπακούλια,
Πρόεδρο της Ένωσης Αθέων, Lifo.gr, 27/4/2014

Ερώτηση: Γίνατε άθεη, όπως διάβασα στο blog σας "Αόρατη μελάνη", περνώντας από κάποια στάδια απόρριψης της πίστης σε οποιαδήποτε θρησκεία. Ποιο από τα στάδια αυτά ήταν το δυσκολότερο για εσάς και γιατί;
Τ.Ρ.: Το αρχικό στάδιο, κατά την εφηβεία. Πίστευα στο θεό επειδή είχα εμπιστευτεί τους ενήλικες που μου έλεγαν ότι υπάρχει. Η διαπίστωση ότι δεν υπάρχει, τουλάχιστον όχι ο θεός που αυτοί ισχυρίζονταν, ήταν μια μεγάλη απογοήτευση, γιατί κλόνιζε την εμπιστοσύνη μου σε γονείς, δασκάλους, συγγενείς, κοινωνία... Το πρόβλημα δεν ήταν ότι δεν υπήρχε θεός, αλλά ότι η κοινωνία συντηρούσε ευλαβικά ένα ψέμα.


Ας με συγχωρήσουν όσοι πιστοί το διαβάζουν αυτό, αλλά για κάθε λογικό άνθρωπο είναι προφανές ότι ο χριστιανικός θεός δεν υπάρχει, οπότε η διαβεβαίωση ότι υπάρχει είναι στην καλύτερη περίπτωση αυταπάτη και στην χειρότερη σκέτη απάτη. Από εκεί και μετά η ανάγνωση, η διερεύνηση και η απομυθοποίηση κάθε θεϊστικής πεποίθησης ήταν μονόδρομος.
Τώρα αν υπάρχει κάποιος θεός ντεϊστικού τύπου, που δεν αλληλεπιδρά με τον κόσμο, δεν μπορώ να το ξέρω, αλλά δεν νομίζω ότι μας αφορά κάτι τέτοιο. Ένας τέτοιος θεός είναι σαν να μην υπάρχει, και ο μόνος λόγος να τρέφει κανείς την πεποίθηση ότι ίσως υπάρχει είναι για να μην αναγκαστεί να εγκαταλείψει τελείως την πεποίθηση σε μια «ανώτερη» δύναμη. Εγώ προτιμώ να θεωρήσω ότι δεν υπάρχει, και να ζήσω τη ζωή μου με βάση αυτό.
Ερώτηση: Σε κάποια από τα πρώτα κείμενα σας διέκρινα την δυσκολία σας στην ολοκληρωτική απόρριψη μιας θρησκείας. Μιλάω για θρησκευτικές τελετές όπως η βάφτιση ενός παιδιού. Σας πέρασε από το μυαλό να κάνετε την τελετή αν και στο τέλος απορρίψατε την ιδέα με την βοήθεια του συζύγου σας. Σήμερα ποιοι θα λέγατε ότι είναι οι λόγοι που ο εαυτός σας δεν απέρριψε αμέσως την χριστιανική τελετή;
Τ.Ρ.: Η συνήθεια. Είχα τόσο συνηθίσει να θεωρώ αυτονόητο ότι βαφτίζουμε τα παιδιά, ώστε δεν μου πέρασε από το μυαλό να μην το κάνω. Αμέσως μόλις μου πέρασε από το μυαλό, όμως, δεν χρειάστηκε δεύτερη σκέψη.
Βλέπετε, είμαι αρκετά κοινωνικό άτομο. Μου αρέσουν οι γιορτές, οι συναναστροφές, η οικογένεια, τα έθιμα... θέλω να τα κρατήσω αυτά. Μεγάλωσα με χριστιανικά έθιμα, οπότε αυτά είναι η παράδοσή μου, αυτά με συνδέουν με τους προγόνους μου, με την πατρίδα μου. Γι’ αυτό και τηρώ όσα από αυτά μπορώ, όσα δεν έρχονται σε σύγκρουση με τις πεποιθήσεις και τις αξίες μου. Τα υπόλοιπα, είτε τα απορρίπτω είτε τα προσαρμόζω. Βάφω αυγά, ψήνω τσουρέκια και στολίζω λαμπάδες, αλλά δεν νηστεύω, δεν πενθώ ούτε ψέλνω Χριστός Ανέστη.
Την πρωτοχρονιά κάνω ρεβεγιόν, χαρίζω δώρα και κόβω πίτες, αλλά δεν κόβω κομμάτι του Χριστού και της Παναγίας. Λέω στο παιδί μου ότι γιορτάζουμε την άνοιξη, την ισημερία ή τον καινούριο χρόνο. Θα μπορούσα να γιορτάσω και την ονοματοδοσία του παιδιού μου με δώρα, στολισμό και μπομπονιέρες, αλλά χωρίς παπά, εξορκισμούς και κολυμπήθρα. 
Αυτό άλλωστε έκαναν οι άνθρωποι από καταβολής κόσμου: προσάρμοζαν τα έθιμα στις εκάστοτε νέες πεποιθήσεις. Αυτό έκαναν και οι χριστιανοί με ένα σωρό αρχαιότερα έθιμα: τα Σατουρνάλια έγιναν Χριστούγεννα και φυσικά και τα δύο έχουν να κάνουν με το χειμερινό ηλιοστάσιο. Αφού το κάνουν όλοι, τι πιο φυσικό από το να το κάνουν και οι άθεοι; Τα έθιμα δεν είναι θέμα μεταφυσικών πεποιθήσεων αλλά κοινωνικών δεσμών και αφορούν όλους μας.
Ερώτηση: Σε μια από τις ομιλίες σας κάνατε αναφορά στα λόγια του Richard Dawkins: «Το να προσπαθείς να οργανώσεις τους άθεους είναι σαν να προσπαθείς να φτιάξεις ένα κοπάδι από γάτες, επειδή σκέφτονται ανεξάρτητα και δεν συμμορφώνονται με την εξουσία. Ένα πρώτο βήμα όμως είναι να συγκεντρώσεις μια κρίσιμη μάζα από άθεους που είναι πρόθυμοι να εκδηλωθούν και να ζήσουν σε συνέπεια με τις πεποιθήσεις τους. Αυτό θα ενθαρρύνει και άλλους να κάνουν το ίδιο. Οι γάτες δεν σχηματίζουν κοπάδια, αν όμως μαζευτούν πολλές μαζί, μπορούν να κάνουν αρκετό θόρυβο». Έχω την εντύπωση ότι επικρατεί απόλυτη ησυχία. Ακούτε εσείς κάποιο θόρυβο να κάνουν οι «γάτες» στην Ελλάδα του 2014;
Τ.Ρ.: Για να είμαι ειλικρινής, όχι. Οι ελληνικές γάτες, με ελάχιστες εξαιρέσεις, φαίνεται ότι προτιμούν να χουζουρεύουν στον καναπέ τους. Αυτός ήταν ένας βασικός λόγος που συμμετείχα στην ίδρυση της Ένωσης Αθέων: για να δημιουργήσουμε έναν πόλο έλξης, ένα σημείο αναφοράς γύρω από το οποίο να μπορεί να συγκεντρωθεί αυτή η κρίσιμη μάζα από «γάτες». Τα μέλη μας αυξάνονται με αργούς ρυθμούς, νομίζω όμως ότι αυτό οφείλεται και στην αδυναμία μας για μεγάλης εμβέλειας διαφήμιση. Όταν δεν σώζεις αμαρτωλές ψυχές ή πεινασμένα παιδάκια είναι λίγο δύσκολο να βρεις χρηματοδότη.
Έχω την εντύπωση πάντως ότι οι Έλληνες άθεοι είναι πολύ περισσότεροι απ’ όσο φαίνεται, απλά δεν τους αρέσει να λέγονται άθεοι. Ακόμη και όσοι δεν πιστεύουν στο θεό προτιμούν να εξακολουθούν να λέγονται χριστιανοί ορθόδοξοι. Η Ελλάδα έχει μια ιδιοτυπία: η εθνική μας ταυτότητα έχει διαμορφωθεί με τέτοιον τρόπο που συμπεριλαμβάνει και το θρήσκευμα. Το Έλλην πάει πακέτο στο κεφάλι μας με το Χριστιανός Ορθόδοξος. Γι’ αυτό ήταν τόσο έντονη η αντίδραση όταν βγήκε το θρήσκευμα από τις ταυτότητες, γι’ αυτό είναι τόσο απρόθυμοι οι Έλληνες να δηλώσουν ότι δεν είναι θρήσκοι. Έχω έναν φίλο ο οποίος, μεταξύ αστείου και σοβαρού, δηλώνει «ορθοδόξως άθεος». Αυτή η στάση νομίζω είναι πολύ πιο διαδεδομένη απ΄όσο νομίζουμε, αν και η θρησκευτική αδιαφορία μάλλον είναι ακόμη πιο διαδεδομένη.
Ερώτηση: Με το που ακούω την λέξη αθεΐα ο πρώτος που μου έρχεται στο μυαλό είναι ο Richard Dawkins. Πέρα από το σημαντικό συγγραφικό έργο του, την σειρά ντοκιμαντέρ για το BBC, έχει και μια έντονη παρουσία στα social media. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει ούτε ένας διανοούμενος που να λειτουργεί με παρόμοιο τρόπο, ενώ συχνά τους βλέπουμε σε τηλεοπτικούς καβγάδες για πολιτικοκοινωνικά ζητήματα. Ποιοι είναι οι λόγοι κατά την γνώμη σας που συμβαίνει αυτό; Δεν υπάρχουν άθεοι διανοούμενοι στην σημερινή Ελλάδα;
Τ.Ρ.: Στην Ελλάδα οι διανοούμενοι όχι μόνο δεν φαίνεται να ενδιαφέρονται να προωθήσουν την αθεΐα αλλά στην συντριπτική πλειοψηφία τους αποφεύγουν και να συνδέσουν το όνομά τους με την αθεΐα. Άθεοι σίγουρα υπάρχουν, ωστόσο ελάχιστοι εξ αυτών θέλουν να λέγονται έτσι, και κανείς δεν μοιάζει να ενδιαφέρεται να αναλάβει δράση για τη διάδοση της αθεΐας, έστω και μόνο μιλώντας ανοιχτά γι' αυτήν. Δυσκολευόμαστε ακόμη και να βρούμε ομιλητές για μια εκδήλωση: πολλοί εκφράζουν ενδιαφέρον ή συμπάθεια, αλλά λίγοι θέλουν να ανέβουν στο βήμα σε μια εκδήλωση των «άθεων».
Ένας λόγος γι’ αυτό ίσως είναι η ταύτιση ελληνισμού-ορθοδοξίας, που ανέφερα και παραπάνω. Ακόμη και αν δεν νιώθουν χριστιανοί, θέλουν να διατηρήσουν εξωτερικά τους δεσμούς με τον χριστιανισμό, και επιπλέον νιώθουν ότι δηλώνοντας άθεοι θα «προσβάλλουν» τους χριστιανούς. Ένας άλλος λόγος είναι ότι η λέξη «άθεος» είναι πολύ παρεξηγημένη και αρνητικά φορτισμένη ιστορικά και κοινωνικά, με αποτέλεσμα να την αποφεύγουν. Ο ρόλος της εκκλησίας σε αυτό σίγουρα υπήρξε σημαντικός. Από συζητήσεις μου με ανθρώπους των γραμμάτων διαπίστωσα ότι ακόμη και πολύ μορφωμένοι άνθρωποι, ακόμη και συγγραφείς που έχουν καταπιαστεί με τέτοια θέματα, έχουν την εντύπωση ότι «άθεος» είναι ένας παρωπιδικός φανατικός που δογματίζει την ανυπαρξία θεού, ενώ στην πραγματικότητα είναι απλώς αυτός που δεν πιστεύει στην ύπαρξη θεού.
Για το λόγο αυτό οι περισσότεροι προτιμούν άλλους χαρακτηρισμούς που είναι λιγότερο φορτισμένοι ιστορικά και τους φαίνονται λιγότερο επιθετικοί, όπως αγνωστικιστής – παρόλο που και ο αγνωστικιστής άθεος είναι, αφού δεν πιστεύει σε θεό. Ωστόσο το φαινόμενο Dawkins είναι μάλλον η εξαίρεση παρά ο κανόνας σε παγκόσμιο επίπεδο. Στη διεθνή ακαδημαϊκή κοινότητα οι άθεοι είναι πολλοί, όπως δείχνουν οι στατιστικές, αλλά οι ακτιβιστές άθεοι αναλογικά λίγοι. Νομίζω ότι είναι μάλλον θέμα προσωπικότητας του συγκεκριμένου ανθρώπου και θέμα συγκυρίας. Το να τύχει να βρεθεί ένας αναγνωρισμένος πανεπιστημιακός, ήδη γνωστός από το ακαδημαϊκό έργο του και από τα επιτυχημένα βιβλία του εκλαϊκευμένης επιστήμης, που να είναι επίσης ακτιβιστής άθεος, δεν συμβαίνει συχνά.
Ερώτηση: Μέσα από την εμπειρία σας στην Ένωση Άθεων, ποιες διακρίσεις έχετε δει να γίνονται στα μέλη σας που τολμούν να αποκαλύψουν την αθεΐα τους στο κοινωνικό και εργασιακό τους περιβάλλον;
Τ.Ρ.: Οι άθεοι που υποψιάζονται ότι υπάρχει περίπτωση να υποστούν διακρίσεις στον εργασιακό χώρο απλώς δεν αποκαλύπτουν τις πεποιθήσεις τους. Ανάμεσα στα μέλη και στους υποστηρικτές μας υπάρχουν άνθρωποι που εργάζονται στην εκπαίδευση, στο δημόσιο, στα σώματα ασφαλείας και σε άλλους χώρους όπου ανησυχούν ότι θα μπορούσαν να υποστούν διακρίσεις και δεν διακινδυνεύουν να εκδηλώσουν τις πεποιθήσεις τους. Ομολογώ ότι τους καταλαβαίνω. Όταν είσαι καθηγητής και βασίζεσαι στα ιδιαίτερα μαθήματα, λόγου χάρη, θα μπορούσες να χάσεις κάποιους πελάτες, χωρίς ποτέ να μάθεις το γιατί. Όταν είσαι δημόσιος υπάλληλος, θα μπορούσε να μην προταθείς ποτέ για προαγωγή, χωρίς να ειπωθεί ανοιχτά ο λόγος. Το ίδιο και αν είσαι στρατιωτικός ή αστυνομικός – εκτός κι αν δεν σε ενδιαφέρει καθόλου η καριέρα σου από ένα σημείο και μετά.
Κοινωνικές διακρίσεις υπάρχουν, περισσότερο ή λιγότερο λεπτές: από την περίπτωση συναδέλφων στο γραφείο που ξινίζουν τα μούτρα τους και μουρμουράνε όταν κάποιος δεν νηστεύει τη Μεγάλη Εβδομάδα, μέχρι την περίπτωση ενός παππού πού δεν κάνει δώρα στο αβάπτιστο εγγόνι του ούτε του εύχεται χρόνια πολλά τις γιορτές. Επικρατεί μια νοοτροπία του τύπου «εντάξει μην πιστεύεις, αλλά μην το δείχνεις». Μην μιλάς γι’ αυτό, μην το κάνεις πράξη. Στάσου ήσυχος στην προσευχή, ευχήσου καλά χριστούγεννα, πήγαινε στην ανάσταση και πες «αληθώς ο κύριος» μετά. Μην ταράζεις τα νερά.
Όταν τίθεται θέμα επιλογής μεταξύ μιας θεϊστικής παράδοσης ή εθίμου και μιας άθρησκης εναλλακτικής, όλοι θεωρούν αυτονόητο να κάνει την υποχώρηση ο άθεος. Το πιο σοβαρό παράδειγμα είναι αυτό που γίνεται με τη βάπτιση των παιδιών. Γνωρίζω ζευγάρια όπου και οι δύο είναι άθεοι αλλά βάπτισαν τα παιδιά τους εξαιτίας της πίεσης των συγγενών: παππούδες που απειλούν ότι δεν θα τους ξαναμιλήσουν, γιαγιάδες που θρηνούν ότι θα πάθουν καρδιακή προσβολή. 
Εννοείται πως όταν στο ζευγάρι ο ένας είναι άθεος και ο άλλος θρήσκος, σε όλες τις περιπτώσεις που ξέρω το παιδί βαπτίζεται. Κοινωνικά θεωρείται ότι δεν πρέπει να θίξουμε την ευαισθησία των θρήσκων, αλλά ποιος σκέφτεται τα συναισθήματα των άθεων; Το να ζει κανείς σύμφωνα με τις πεποιθήσεις του, το πιο απλό και φυσικό πράγμα του κόσμου, εκλαμβάνεται εδώ ως πρόκληση, ακόμη και από τους ίδιους τους άθεους. Ελπίζω και εύχομαι να δω να αλλάζει αυτό.
Ερώτηση: Ο άθεος δεν εμφανίζεται στα ελληνικά σήριαλ ούτε καν σαν καρικατούρα όπως συμβαίνει πολλές φορές με τους ομοφυλόφιλους. Είστε τελικά η πιο «αόρατη» μειονότητα στην σημερινή Ελλάδα;
Τ.Ρ.: Δεν μπορώ να πω αν είμαστε οι πιο αόρατοι, ούτε καν ξέρω αν είμαστε μειονότητα. Ωστόσο το έχω παρατηρήσει και εγώ. Πολλές φορές έχω σκεφτεί πόσο χρήσιμο θα ήταν ένα σήριαλ τύπου «πολυκατοικία» με μια άθεη οικογένεια, για να αρχίσει ο κόσμος αλλά και εμείς οι ίδιοι να συνειδητοποιούμε ότι υπάρχουμε. Δεν ξέρω πόσο εύκολο θα είναι να μπούμε στο χάρτη. Δεν νομίζω να βρεθούν πολλοί πρόθυμοι να μας προβάλλουν. Φέτος υποβάλαμε αίτηση στον ΟΣΥ για να κάνουμε και στην Ελλάδα την εκστρατεία των «Αθεϊστικών λεωφορείων» και απορρίφθηκε.
Αναρωτιέμαι τι θα γίνει αν ζητήσουμε να προβάλλουμε κάποιο διαφημιστικό σποτ στην τηλεόραση...
Ερώτηση: Στην παράσταση Corpus Christi στο «Χυτήριο» βρεθήκατε μόνη σας με το χριστιανικό πλήθος να σας βρίζει καθώς εσείς προσπαθούσατε να τους μιλήσετε με λογικά επιχειρήματα. Η λογική παραμένει όπλο όταν έχεις να κάνεις με θρησκόληπτους και νεοναζιστές; Δεν θα ήταν καλύτερα να μην ασχοληθείτε καν μαζί τους;
Τ.Ρ.: Είναι συμπολίτες μου, συνάνθρωποί μου. Μοιραζόμαστε αυτή την πόλη, αυτή τη χώρα, αυτόν τον πλανήτη. Μοιραία θα πρέπει να συνυπάρξουμε. Δεν υπάρχει επιλογή «δεν ασχολούμαι».
Όσο για τον τρόπο, η λογική και ο σεβασμός είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορώ να λειτουργήσω, όποιος κι αν βρίσκεται μπροστά μου. Είναι θέμα αρχής: πώς αλλιώς θα μπορώ να σεβαστώ εγώ η ίδια τον εαυτό μου; Έχω να πω δε ότι στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι χριστιανοί διαδηλωτές ανταποκρίθηκαν στην ήρεμη στάση και στην διαλεκτική προσέγγιση. Έγιναν διάλογοι, έστω κι αν δεν επήλθε συμφωνία. Ο μόνος που δεν απάντησε στις ερωτήσεις μου ήταν ο ιερέας, θέλω όμως να ελπίζω ότι ίσως μπήκε σε σκέψεις. Εκεί που δεν υπήρξε όμως καμία απολύτως ανταπόκριση, ήταν από τα μέλη της Χρυσής Αυγής. Εκεί υπήρχε ένα τείχος άρνησης. Έστω κι έτσι όμως, ο διάλογος ακούστηκε από τους άλλους γύρω, μπορεί να επηρέασε κάποιους. Πάντως από τις δύο ομάδες που αναφέρατε, οι θρησκόληπτοι προσεγγίζονταν πιο εύκολα από τους νεοναζιστές.
Ερώτηση: Έχω την εντύπωση, και ζητώ συγγνώμη αν κάνω λάθος, ότι από κάποιο σημείο και μετά βάλατε την πίστη σας στην ελεύθερη έκφραση πάνω από την οικογένεια σας. Σκεφτόσασταν συνεχώς τον άντρα και το παιδί σας αλλά συνεχίζατε με όλους τους κινδύνους γύρω σας. Μήνες μετά τα γεγονότα, θα κάνατε το ίδιο;
Τ.Ρ.: Νομίζω πως ναι. Εκείνη τη στιγμή δεν σκεφτόμουν, ήταν μια βαθύτερη παρόρμηση. Ένιωθα ότι αν έκανα πίσω θα έχανα κάτι από τον εαυτό μου. Ότι ο μόνος τρόπος να παραμείνω ακέραιη ήταν να μείνω σταθερή στη θέση μου.
Ξέρετε, όταν πήγα στο Χυτήριο, δεν περίμενα τόσο βίαια επεισόδια. Υπέθετα ότι θα υπήρχε κόσμος, ότι θα κρατούσαν πλακάτ και θα φώναζαν συνθήματα, αλλά όχι ότι θα υπάρξει σωματική βία και χυδαίες ύβρεις. Κατά κάποιον τρόπο είχα δίκιο, διότι τα ακραία φαινόμενα δεν προήλθαν από τους χριστιανούς που διαμαρτύρονταν, αυτοί ήταν οργισμένοι αλλά συζητούσαν παρ' όλα αυτά. Η ωμή και τυφλή βία προερχόταν από τα στελέχη της Χρυσής Αυγής. Αυτό ήταν κάτι που δεν περίμενα, που δεν είχα υπολογίσει. Δεν ξέρω τι θα έκανα αν το ήξερα από πριν, αν θα ξεκινούσα να βγω από το σπίτι. Ίσως ναι, ίσως όχι. Ωστόσο βγήκα και πήγα. Και από τη στιγμή που βρέθηκα εκεί, δεν θα έκανα πίσω. Και πάλι θα έκανα το ίδιο.
Ερώτηση: Ο πιστός έχει για παρηγοριά τον Θεό. Εσείς βρίσκετε παρηγοριά στη λογική;
Τ.Ρ.: Η λογική μου χρησιμεύει για να κατανοώ τον κόσμο, όχι για να καλύπτω συναισθηματικές ανάγκες. Αυτές τις καλύπτω μέσα από τις σχέσεις μου με τους ανθρώπους.
Παρηγοριά βρίσκω στην αγάπη των φίλων μου, στο παιδί μου, στα όσα έχω πετύχει στη ζωή μου, στον ίδιο τον εαυτό μου, σε όσα όμορφα πράγματα βλέπω γύρω μου. Συχνά ρωτάνε τους άθεους τι βάζουν στη θέση του θεού ή σε τι πιστεύουν. Δεν υπάρχει ένα πράγμα που να αντικαθιστά τον θεό, ούτε χρειάζεται να υπάρξει.
Πιστεύω σε αξίες ζωής όπως η αλληλεγγύη, η ισότητα, η ελευθερία... αυτά με στηρίζουν και μου δίνουν δύναμη.
Ερώτηση: Ένα από τα πρόσωπα του 2013 ήταν ο Πάπας Φραγκίσκος. Εξέφρασε δημόσια πρωτοποριακές απόψεις για την Εκκλησία που είχαν να κάνουν με την ομοφυλοφιλία, τις εκτρώσεις, την αμαρτία κ.τ.λ. Ποια είναι η γνώμη σας για αυτόν;
Τ.Ρ.: Είναι τουλάχιστον αντιφατικό να προσπαθείς να είσαι προοδευτικός και ανοιχτόμυαλος ενώ είσαι επικεφαλής μιας οργάνωσης που θέλει να ελέγχει την σεξουαλική ζωή των ανθρώπων, ενώ παράλληλα εμπλέκεται σε σεξουαλικά σκάνδαλα. Πώς μπορείς να κηρύττεις ταπεινότητα μέσα από τη χλιδή του Βατικανού; Εγώ θα ντρεπόμουν.
Ο Φραγκίσκος προσπαθεί να διατηρήσει ισορροπίες ώστε να κρατήσει την εμπιστοσύνη των παραδοσιακών καθολικών και να κερδίσει εκείνη των πιο σύγχρονων και ανοιχτόμυαλων ανθρώπων. Ίσως προσπαθεί επίσης να βρει μια προσωπική ισορροπία ανάμεσα στα ανθρωπιστικά αισθήματα που φαίνεται να τρέφει και στην αυστηρότητα και την παράνοια του δόγματος που καλείται να στηρίξει.
Για μένα, ωστόσο, η όλη προσπάθεια «εκσυγχρονισμού» της εκκλησίας με την αποδοχή πιο προοδευτικών ιδεών είναι οξύμωρη, είτε μιλάμε για καθολικούς, είτε για ορθόδοξους, είτε για οποιοδήποτε χριστιανικό δόγμα. Υποτίθεται ότι η εκκλησία παρέχει ηθικούς κανόνες μεταφέροντας το θέλημα του θεού, το οποίο μόνον εκείνη είναι αρμόδια να ερμηνεύσει. Αυτό αφενός ακυρώνει την κριτική σκέψη, αφετέρου θα έπρεπε λογικά να συνεπάγεται μια διαχρονική συνέπεια η οποία δεν υπάρχει.
Αν ήταν σωστό να λιθοβολούμε τους ομοφυλόφιλους πριν 2.000 χρόνια θα πρέπει να είναι σωστό και τώρα, μη μου πείτε ότι ο θεός αλλάζει γνώμη επειδή διαβάζει εφημερίδες! Αν υπήρχε συνέπεια, δεν θα έλεγε ο ένας πάπας το ένα και ο άλλος το άλλο, δεν θα έκαιγαν αιρετικούς στην πυρά για να ζητήσουν συγγνώμη μερικούς αιώνες αργότερα. Προφανώς προσαρμόζονται στις κοινωνικές πιέσεις, άρα προφανώς δεν είναι θεόπνευστοι, αλλά προφανώς προσαρμόζονται ίσα-ίσα όσο επιβάλλουν κάθε φορά οι κοινωνικοπολιτικές συνθήκες, για να διατηρήσουν το ποίμνιό τους και την επιβολή τους σε αυτό.
Ερώτηση: Τι είναι αμαρτία για μια άθεη;
Τ.Ρ.: Τι είναι χτένισμα για έναν φαλακρό;
Ερώτηση: Ποια είναι η γνώμη σας για την καταδίκη του «Γέροντα Παστίτσιου» σε δέκα μήνες φυλάκιση;
Τ.Ρ.: Θλιβερή οπισθοδρόμηση. Ενώ υποτίθεται ότι οδεύουμε προς μια Ευρώπη του μέλλοντος, η Ελλάδα επιστρέφει ολοταχώς στον Μεσαίωνα. Ο διαφωτισμός αργεί. Η καταδίκη του Λοΐζου ήταν άδικη, ακόμη και βάσει του ήδη άδικου νόμου περί βλασφημίας. Καταδικάστηκε για καθύβριση θρησκεύματος ενώ τέτοιο αδίκημα δεν μπορούσε να στοιχειοθετηθεί από τη δικογραφία. Για μένα είναι φανερό ότι ήθελαν να τον καταδικάσουν με κάθε τρόπο.
Ωστόσο αυτή η καταδίκη δεν θα μπορούσε να υπάρξει αν δεν υπήρχε το αντίστοιχο αναχρονιστικό άρθρο του ποινικού κώδικα που παραβαίνει την Ευρωπαϊκή σύμβαση ανθρώπινων δικαιωμάτων και που οφείλει να καταργηθεί.
Ερώτηση: Μπορεί να ακουστεί αστεία η ερώτηση αλλά θα την κάνω. Έχετε συναντήσει άθεο που να πιστεύει στα ζώδια;
Τ.Ρ.: Όχι, αλλά όλα τα περιμένω απ’ αυτόν τον πλανήτη...
Ερώτηση: Σχολιάστε μου μια από τις απόψεις που επικρατεί για τους αγνωστικιστές: Agnostics are just atheists without balls
Τ.Ρ.: Παρωπιδική και επιπόλαιη. Όποιος το λέει αυτό είτε δεν γνωρίζει τι σημαίνει αγνωστικισμός, είτε θέλει απλώς να προκαλέσει. Η λέξη αγνωστικιστής σημαίνει δύο διαφορετικά πράγματα. Αρχικά ο αγνωστικισμός ορίστηκε ως η πεποίθηση ότι κάποια πράγματα δεν είναι εφικτό να γνωσθούν ποτέ, μεταξύ αυτών και η υπόθεση περί ύπαρξης θεού. Στην πορεία όμως πάρα πολλοί άνθρωποι άρχισαν να αυτοχαρακτηρίζονται αγνωστικιστές θέλοντας απλώς να δηλώσουν άγνοια περί της ύπαρξης θεού. Η δεύτερη έννοια είναι πολύ διαφορετική από την πρώτη, αλλά και μακράν πιο διαδεδομένη σήμερα. Κατά τη γνώμη των αγνωστικιστών, με τα διαθέσιμα στοιχεία δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν υπάρχει θεός ή όχι.
Αυτό βέβαια για να το πούμε θα πρέπει πρώτα να έχουμε δώσει ορισμό του θεού: προκειμένου για τον χριστιανικό θεό, είναι σαφές ότι μπορούμε να γνωρίζουμε και ότι δεν υπάρχει, όπως δεν υπάρχει ο Δίας, ο Θωρ ή ο Κρίσνα, παρά μόνον ως σύμβολα στο μυαλό των ανθρώπων. Προκειμένου για έναν ντεϊστικού τύπου θεό, όμως, μια οντότητα που δεν αλληλεπιδρά καν με τον υπόλοιπο κόσμο, πράγματι δεν μπορούμε να το ξέρουμε. Υπό αυτήν την έννοια, οι περισσότεροι άθεοι είναι επίσης και αγνωστικιστές (εφόσον παραδέχονται ότι δεν μπορούμε να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο ύπαρξης ενός τέτοιου θεού), και οι περισσότεροι αγνωστικιστές είναι επίσης και άθεοι (εφόσον δεν δέχονται την ύπαρξη θεού βάσει πίστης αλλά επιφυλάσσονται να κρίνουν από τις αποδείξεις).
Ερώτηση: Είστε μια άθεη μητέρα. Ποιες δυσκολίες έχετε συναντήσει στις κοινωνικές σας συναναστροφές με θρησκευόμενους γονείς;
Τ.Ρ.: Καμία. Ειλικρινά, κανένα πρόβλημα. Έχει τύχει να βγει στην κουβέντα το θέμα της απαλλαγής ή το ότι δεν έχω βαπτίσει το παιδί και δεν έπαιξε ούτε βλέφαρο. Έχω την εντύπωση πως όταν νιώθει κανείς άνετα με αυτό που είναι και συμπεριφέρεται φυσικά, όλοι οι άλλοι κάνουν το ίδιο.
Ερώτηση: Ένα κομμάτι των άθεων που εκφράζεται στα social media καταφεύγει σε ειρωνικά σχόλια για τις θρησκείες. Έβλεπα για παράδειγμα σε ένα blog την Παναγία εγκυμονούσα. Μήπως όμως μέσα από το χιούμορ που προσβάλλει τα σύμβολα των πιστών οι άθεοι χάνουν έδαφος;
Τ.Ρ.: Για ποιο έδαφος μιλάμε; Οι άθεοι δεν είναι κοπάδι, το είπαμε και παραπάνω. Είναι άτομα και ως τέτοια εκφράζονται ελεύθερα, όπως αισθάνεται ο καθένας. Δεν μπορώ να πω τι θα έπρεπε να κάνει ο καθένας, εξαρτάται από το τι θέλει να πετύχει. Στην Ένωση Αθέων, για παράδειγμα, αποφεύγουμε οτιδήποτε προσβλητικό, γιατί θέλουμε να έχουμε καλή σχέση με όλους τους συμπολίτες μας. Για να αξιώνεις σεβασμό, πρέπει να δείχνεις σεβασμό. Δεχόμαστε όμως το χιούμορ και δεν θεωρούμε ότι τα σύμβολα χρειάζονται προστασία. Όταν κάποιοι φανατικοί χριστιανοί ενοχλήθηκαν από το γεγονός ότι ένα πατάκι γνωστής αλυσίδας καταστημάτων έτυχε να έχει σχήμα σταυρού, αγοράσαμε μερικά και τα χαρίσαμε με κλήρωση. Δεν θεωρώ ότι προσβάλαμε κανέναν, είναι αστείο ακόμη και να σκεφτεί κανείς ότι ένα πατάκι σε σχήμα σταυρού προσβάλει την πίστη οποιουδήποτε.
Είναι πολύ διαδεδομένη η άποψη ότι αμφισβητώντας και θίγοντας τις θρησκευτικές πεποιθήσεις ενός ανθρώπου προσβάλλεις τον ίδιον. Αλίμονο αν ήταν έτσι. Άλλο οι άνθρωποι, άλλο οι ιδέες τους. Οι χριστιανοί έξω από το Χυτήριο έλεγαν ότι θίγονται γιατί ο χριστός είναι «αδελφός τους». Δεν είναι. Είναι απλώς ένα σύμβολο. Τα σύμβολα δεν έχουν την ίδια αξία με τους ανθρώπους. Θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι σε μια κοινωνία με ελευθερία έκφρασης καμία πεποίθηση δεν βρίσκεται στο απυρόβλητο. Θα πρέπει και οι χριστιανοί να δεχτούν ότι κάποιοι θα κοροϊδέψουν και θα προσβάλλουν μάλιστα και τις δικές τους πεποιθήσεις, όπως οι αρχιερείς τους προσβάλλουν τις πεποιθήσεις των άλλων. Αυτό είναι ένα έδαφος που πρέπει να κερδίσουμε, και το χιούμορ βοηθά εδώ.
Ερώτηση: Πώς αντιμετωπίζει μια άθεη τον τρόμο που αισθανόμαστε όλοι μας απέναντι στο θάνατο;
Τ.Ρ.: Εστιάζοντας στη ζωή. Υπάρχει ένα ρητό που μου αρέσει και που προσπαθώ να τηρώ: «Να σχεδιάζεις σαν να πρόκειται να ζήσεις αιώνια και να ζεις σαν να πρόκειται να πεθάνεις την επόμενη στιγμή.» Δεν νιώθω κανέναν φόβο για τον δικό μου θάνατο διότι, όπως είπε ο Επίκουρος, όσο ζω δεν υπάρχει, και όταν έλθει δεν θα υπάρχω εγώ. Αυτό που μπορεί να προκαλέσει ανησυχία είναι ο θάνατος των αγαπημένων προσώπων. Ζω το παρόν όσο πληρέστερα μπορώ κοντά τους, μοιράζομαι μαζί τους όσο το δυνατόν περισσότερες όμορφες στιγμές, ώστε αν και όταν τους χάσω, να μπορώ να νιώσω ότι τους χάρηκα αρκετά.
Ερώτηση: Είχατε ένα ατύχημα κατά την διάρκεια μιας ορειβατικής εξόρμησης με μια φίλη σας. Σε τέτοιες στιγμές ένας πιστός μπορεί να βρει παρηγοριά από μέσα του και να πει: «Θεέ μου βόηθα με». Μια άθεη τι σκέφτεται τέτοιες ώρες όσο περιμένει βοήθεια;
Τ.Ρ.: Ο σώζων εαυτόν σωθήτω, και μακάρι να απαντήσει η πυροσβεστική στο κινητό! Από τότε λάτρεψα όλες τις κεραίες κινητής τηλεφωνίας! Καλή η πλάκα, αλλά το ατύχημα ήταν μια συγκλονιστική εμπειρία. Όταν έπεσα άρχισα να κατρακυλώ σε μια πολύ απότομη πλαγιά. Προσπαθούσα να πιαστώ από κάπου, να βρω κάποιο πάτημα, αλλά ούτε χέρια ούτε τα πόδια μου συναντούσαν στήριγμα. Μόνο κοφτερά χαλίκια που ξεκολλούσαν και σαθρό χώμα που διαλυόταν.
Κάποια στιγμή σκάλωσα κάπου και άρχισα να προσπαθώ σιγά-σιγά να αναρριχηθώ ξανά στο μονοπάτι. Προχώρησα μερικά μέτρα, με πολύ κόπο και αγωνία, αλλά ξανάπεσα. Αυτή τη φορά γλίστρησα λίγο χαμηλότερα. Ξεκίνησα πάλι να αναρριχώμαι, πάλι όμως έπεσα, ακόμη χαμηλότερα. Τα χέρια μου είχαν πληγιάσει, με δυσκολία μπορούσα να κρατηθώ. Πλέον έβλεπα πολύ κοντά μου έναν κατακόρυφο γκρεμό, όπου αν έπεφτα δεν θα μπορούσα πλέον να πιαστώ. Αν επιχειρούσα να αναρριχηθώ και ξανάπεφτα, ίσως να ήταν η τελευταία φορά. Σκέφτηκα: «Θα πεθάνω».
Σκέφτηκα το παιδί μου, πως δεν θα ξανάβλεπε τη μάνα του, και πήγαν να με πάρουν τα κλάματα. Σκέφτηκα: «Αν πίστευα τώρα θα προσευχόμουν στην Παναγία να με σώσει. Αλλά δεν πιστεύω.» Ήξερα ότι δεν υπήρχε κανείς να με ακούσει. Όσο κι αν θα ήθελα να υπήρχε, δεν μπορούσα να παρακάμψω τη λογική μου και να αγνοήσω την αλήθεια. Κανείς δεν θα με έσωζε παρά μόνον ο εαυτός μου. Ένιωσα να παίρνω δυνάμεις. Έπρεπε κάτι να κάνω. Το μονοπάτι ήταν πολύ ψηλά, εάν επιχειρούσα να το φτάσω θα ξανάπεφτα σίγουρα. Κοίταξα δεξιά μου: ένας μικρός θάμνος σε απόσταση τριών-τεσσάρων μέτρων. Όχι αρκετά κοντά. Αριστερά μου όμως, στα δύο μέτρα περίπου, υπήρχε μια μικρή προεξοχή στο βράχο, ίσα όσο να χωρέσει ένας άνθρωπος. Σύρθηκα προς τα εκεί, αργά, και τα κατάφερα. Η αναμονή ύστερα από αυτό ήταν το λιγότερο.
Μου είναι αδύνατον να πιστέψω στο «υπερφυσικό», να δεχτώ κάτι παράλογο ως αληθινό, όσο κι αν θα το ήθελα ή θα το είχα ανάγκη. Η εγγύτητα του θανάτου δεν μπόρεσε να το αλλάξει αυτό. Στη δύσκολη στιγμή, βασίζομαι στον εαυτό μου.
Ερώτηση: Αποφασίσατε η κόρη σας να μην παρακολουθήσει στο σχολείο το μάθημα των θρησκευτικών. Γιατί δεν την αφήσατε να απορρίψει μόνη της την θρησκεία αν ήθελε;
Τ.Ρ.: Το να βάζεις στο μυαλό ενός παιδιού τόσο τρυφερής ηλικίας, που δεν έχει αναπτυχθεί ακόμη η λογική, μια σειρά από μεροληπτικές πληροφορίες για ένα μόνο θρήσκευμα, δεν μου φαίνεται και ο
καλύτερος τρόπος να το προετοιμάσεις για να επιλέξει ελεύθερα όταν μεγαλώσει. Αυτό που χρειάζεται είναι να εκτεθεί σε όλες τις επιλογές και να αισθάνεται ότι έχει την αποδοχή και τη στήριξη της οικογένειάς του ό,τι και αν επιλέξει.
Το μάθημα των θρησκευτικών είναι κατήχηση σε ένα δόγμα. Ανοίξτε τα βιβλία του δημοτικού να δείτε. Δεν ενδιαφέρομαι να κατηχηθεί το παιδί μου σε κανένα δόγμα, δεν το θεωρώ γνώση αυτό, το θεωρώ κακοποίηση. Εκμεταλλεύεσαι την ευπιστία και την δεκτικότητα του παιδιού για να αφομοιώσει ένα σωρό ανακρίβειες: όχι, δεν υπάρχει χριστός, όχι, δεν αγαπάει τα παιδάκια, όχι, δεν ακούει τις προσευχές. Στην καλύτερη περίπτωση είναι ένα σύμβολο, ένας μύθος – αλλά στα παιδιά παρουσιάζεται ως Ύψιστη Αλήθεια.
Εάν το μάθημα ξεκινούσε σε μεγαλύτερη τάξη, εάν απασχολούσε πολύ λιγότερες διδακτικές ώρες, εάν ήταν γνωσιολογικό και εάν παρουσίαζε σφαιρικά το φαινόμενο της θρησκείας, δεν θα είχα καμία αντίρρηση. Σκοπεύω να της παραδώσω εγώ η ίδια μάθημα θρησκευτικών όταν μπει στο γυμνάσιο. Όλα τα θρησκεύματα, ντεϊσμό, αθεϊσμό και αγνωστικισμό. Θα καταβάλλω κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να είναι πλήρης, ισότιμη και αμερόληπτη η παρουσίαση. Θα προτιμούσα να περιμένω να πάει λύκειο, αλλά ήδη έχει πολλή πληροφόρηση από το περιβάλλον για το θέμα και δεν θέλω να περιμένω τόσο.
Φυσικά το παιδί μου ξέρει ότι είμαι άθεη. Ξέρει όμως επίσης ότι το αγαπώ και θα το αγαπώ ό,τι επιλογή και αν κάνει στον τομέα των θρησκευτικών πεποιθήσεων. Αυτό αρκεί για να επιλέξει ελεύθερα, χωρίς φόβο απόρριψης από την οικογένεια. Αυτό που κατά τη γνώμη μου εμποδίζει τους ανθρώπους να επιλέξουν όσα πραγματικά θέλουν στη ζωή τους είναι οι κοινωνικές πιέσεις. Προσπαθώ λοιπόν να τις μειώσω στο παιδί μου όσο μπορώ.
Ερώτηση: Στείλτε ένα μήνυμα στους αναγνώστες του LIFO.gr
Τ.Ρ.: Ο Γούντι Άλεν έχει πει «αν θέλεις μήνυμα, στείλε τηλεγράφημα».
Τι μήνυμα να στείλω; Η ζωή μου είναι ένα μήνυμα. Παιδιά, ζήστε τη ζωή σας, έχετε μόνο μία.

_______________
H Τατιάνα Ραπακούλια είναι Βιολόγος, μεταφράστρια και ιδρυτικό μέλος της Ένωσης Άθεων. Το blog της είναι το "Αόρατη Μελάνη"


26 April 2014

Η απατηλή λάμψη της ψευδοεπιστήμης

του Αριστείδη Χατζή, realpolitics.gr, 23/11/2011
Δεν είναι ψέμα, αν εσύ το πιστεύεις
George Costanza

Οι τρεις κυρίες που κάθονταν ακριβώς από πίσω μου στο θέατρο συζητούσαν στο διάλειμμα για τον συγγραφέα. Το έργο ήταν ο Θείος Βάνιας και ο συγγραφέας ο Άντον Τσέχωφ, ο οποίος, σύμφωνα με τη μία από τις κυρίες που φαινόταν να ξέρει πολλά, ήταν δημόσιος υπάλληλος. Η ίδια κυρία, με αφορμή τις γνώσεις της για τα επαγγελματικά του Τσέχωφ, συνέχισε να εντυπωσιάζει τις φίλες της κάνοντας μια σύντομη ανάλυση της σχέσης της τέχνης με την εργασία στο δημόσιο. Ο Τσέχωφ, όπως και οι υπόλοιποι λογοτέχνες-δημόσιοι υπάλληλοι, διοχέτευε στο έργο του την ανεκμετάλλευτη δημιουργικότητά του. Βέβαια, στην πραγματικότητα, ο Τσέχωφ ήταν γιατρός και αρκετά ευκατάστατος γαιοκτήμονας ώστε να προσφέρει δωρεάν τις υπηρεσίες του σε πολλές περιπτώσεις. Το πρόβλημα δεν είναι ότι η κυρία στην πίσω σειρά δεν το γνώριζε, το πρόβλημα είναι ότι κατασκεύασε μία ολόκληρη θεωρία για την ιστορία της λογοτεχνίας βασισμένη στις ελλιπείς της γνώσεις που όμως διέδιδε με μεγάλη αυτοπεποίθηση.
Στην περίφημη σκηνή του Νευρικού Εραστή (Annie Hall) του Γούντυ Άλλεν, ο πρωταγωνιστής (ο ίδιος ο Άλλεν) περιμένει σε μια μεγάλη ουρά μπροστά σε ένα κινηματογράφο μαζί με τη φίλη του (Νταϊάν Κίτον) και εκνευρίζεται καθώς αναγκάζεται να ακούει τις μπουρδολογίες για τον Φελίνι και τον Μπέκετ ενός τύπου που στέκεται ακριβώς από πίσω του στην ουρά: «Θα πάθω εγκεφαλικό!» λέει στην Κίτον. Ο τύπος όμως συνεχίζει τις μπαρουφο-αναλύσεις του για τον Μάρσαλ ΜακΛούαν μέχρι που ο Γούντυ αγανακτισμένος στρέφεται προς την κάμερα για να αναρωτηθεί τι θα πρέπει να κάνει όταν είναι αναγκασμένος να ανέχεται τις βλακείες κάποιου σε παρόμοιες περιστάσεις. Ο άλλος διαμαρτύρεται έντονα λέγοντας ότι έχει δικαίωμα να διατυπώνει την άποψή του και στο κάτω-κάτω διδάσκει ένα σχετικό μάθημα στο Πανεπιστήμιο Columbia και γνωρίζει πολύ καλά το έργο του ΜακΛούαν! «Α, ναι;» απαντάει ο Γούντυ, «ωραία, γιατί τυχαίνει να έχω εδώ τον ίδιο τον ΜακΛούαν!» Φυσικά εμφανίζεται ο ΜακΛούαν στην οθόνη και εξευτελίζει τον τύπο: «Δεν έχεις ιδέα για το έργο μου! Είναι εντυπωσιακό και μόνο το γεγονός ότι σε προσέλαβαν να διδάξεις οτιδήποτε..». Ο Γούντυ ξαναστρέφεται στην κάμερα και μονολογεί: «Μακάρι και η πραγματική ζωή να ήταν έτσι..»

Όμως η πραγματική ζωή δεν είναι έτσι. Ο Τσέχωφ δεν εμφανίστηκε στην κεντρική αίθουσα του Εθνικού Θεάτρου και η κυρία στην πίσω σειρά συνέχισε τη γεμάτη ανακρίβειες ανάλυσή της απολαμβάνοντας τον ανυπόκριτο θαυμασμό των άλλων κυριών που μάλλον αποστήθιζαν τη διάλεξη για να την μεταφέρουν στο δικό τους περιβάλλον με το ανάλογο τελετουργικό ύφος εγκυρότητας.
Όλοι κάνουμε λάθη και ο συγγραφέας αυτού του κειμένου έχει σίγουρα το μερίδιό του στα σφάλματα. Υποθέτω ότι θα συνεχίζω να κάνω λάθη και ελπίζω ότι θα βρίσκεται πάντα κάποιος ή κάποια να μου τα επισημαίνει.
Όμως το πρόβλημα δεν είναι το απλό λάθος που οποιοσδήποτε μπορεί να κάνει αλλά το σοβαρό σφάλμα που μπορεί να διαπράξει εξαιτίας μιας ψευδοεπιστημονικής πλάνης. Είναι απαράδεκτο το 2011, στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα να είναι τόσο δημοφιλείς στην Ελλάδα απόψεις που ταιριάζουν στο μεσαίωνα. Είναι αδιανόητο να περιτριγυρίζεσαι από θρησκείες και κινήματα που δεν τις έχει αγγίξει ο διαφωτισμός. Είναι σουρεαλιστικό να ακούς θεωρίες συνομωσίας που είναι τόσο ευφάνταστες και ταυτολογικές όσο λίγες ταινίες επιστημονικής φαντασίας. Είναι ανατριχιαστικό να ακούς νέους ανθρώπους να απορρίπτουν την επιστήμη και να υπερασπίζονται τον τσαρλατανισμό. Είναι τραγικό να βλέπεις πόσο αδύναμη είναι πολλές φορές η γνώση απέναντι στην αυτοπεποίθηση της κτηνώδους άγνοιας.
Όποια ώρα κι αν ανοίξεις την τηλεόραση, όπου κι αν ψάξεις στο internet, όποια εφημερίδα κι αν διαβάσεις, θα πέσεις πάνω στους έμπορους της άγνοιας. Σε εκείνους δηλαδή που επιβιώνουν και ενίοτε πλουτίζουν, εκμεταλλευόμενοι την άγνοια αυτών που τους εμπιστεύονται και βασιζόμενοι στις ελλιπείς γνώσεις που έχουν οι περισσότεροι για διάφορα ζητήματα (ιστορία, διεθνής πολιτική, οικονομικά, κλπ.). Καθώς είναι αρκετά δύσκολο να επενδύσει κάποιος στη συγκέντρωση των απαραίτητων πληροφοριών και να επιλέξει τις αξιόπιστες πηγές, γιατί δεν διαθέτει το χρόνο και τα απαραίτητα εργαλεία για να το κάνει, αναζητά κάτι απλό και εύπεπτο. Κάτι που να τον κάνει να αισθάνεται ειδήμων και έξυπνος με την ελάχιστη δυνατή προσπάθεια και το μικρότερο κόστος. Επιπλέον είναι παρηγορητικό να διαβάζεις θεωρίες συνωμοσίας, με καλούς, κακούς, ισχυρούς, αδύνατους, αδικημένους και δολοπλόκους. Η γοητεία αυτών των αφηγήσεων έγκειται στην απλοϊκότητά τους όσον αφορά στη δόμηση ενός κόσμου που μπορεί να κατανοηθεί από όσους δεν μπορούν να αντιληφθούν ή να ανεχθούν την πολυπλοκότητα.

Δόξα τω θεώ υπάρχουν αρκετοί επιτήδειοι που κάνουν ακριβώς αυτό: πουλάνε την επίφαση της γνώσης και ζουν εκμεταλλευόμενοι την άγνοια. Αντί να σπουδάσεις ιστορία για 4-5 χρόνια και να διαβάσεις 100-150 εγχειρίδια για να αποκτήσεις τις βασικές απλώς γνώσεις σε ένα τεράστιο αντικείμενο, βλέπεις το Zeitgeist και τα μαθαίνεις όλα αυτά σε λίγα λεπτά – ανήκεις μάλιστα σε μια «επίλεκτη» ομάδα ανθρώπων που γνωρίζουν πολύ περισσότερα από τους υπόλοιπους που μελετάνε τη «συμβατική ιστορία» («οι βλάκες!») χάνοντας τον χρόνο τους.

Αντί να καθίσεις να μελετήσεις οικονομικά (ένα πολύ δύσκολο και τεχνικό αντικείμενο), βλέπεις την ταινία του Michael Moore ή ένα κλιπάκι της συμφοράς στο internet και έχεις καταλάβει πώς λειτουργεί ο παγκόσμιος καπιταλισμός, ποιος κατευθύνει την παγκοσμιοποίηση και ποιος παγίδεψε την Ελλάδα στο σατανικό σχέδιο του μνημονίου. Αντί να αντιμετωπίσεις τα πραγματικά προβλήματα με αποτελεσματικά μέσα αναζητάς τον Dr. Evil.
Δυστυχώς ή ευτυχώς για την κατάκτηση της γνώσης υπάρχει ένας μόνο δρόμος, κι αυτός είναι ο δύσκολος δρόμος που προσφέρει η επιστήμη. Οποιαδήποτε άλλη προσπάθεια να κατανοήσεις τον κόσμο με άλλα εργαλεία είναι το αντίστοιχο του να προσπαθήσεις να μάθεις αστρονομία διαβάζοντας το ωροσκόπιο στην εφημερίδα.
Όμως η άγνοια δεν είναι προνόμιο αυτών που δεν είχαν την τύχη να συναντηθούν με την επιστήμη, ούτε η γνώση συνδέεται απαραίτητα με τα τυπικά πτυχία αλλά περισσότερο με την ουσιαστική ικανότητα να διακρίνεις τους έγκυρους τρόπους απόκτησης της γνώσης. Η ικανότητα αυτή όμως αποκτάται μετά από χρονοβόρα και ιδιαίτερα απαιτητική επένδυση σε ανθρώπινο κεφάλαιο.
Η ψευδαίσθηση της γνώσης δεν περιορίζεται στο πνευματικό προλεταριάτο. Πρόσφατα διάβασα τρία διαφορετικά κείμενα καθηγητών Νομικής για την οικονομική κρίση. Οι τρεις αυτοί συγγραφείς είναι καλοί νομικοί, διακεκριμένοι στον τομέα τους και με πολλά χρόνια σπουδών. Όμως αποφάσισαν να ασχοληθούν με ένα οικονομικό φαινόμενο και να ασκήσουν κριτική στην οικονομική πολιτική της κυβέρνησης (καθόλα θεμιτό καθώς η πολιτική αυτή σηκώνει πολλή κριτική). Όμως διαβάζοντας τις αναλύσεις και τα επιχειρήματά τους, ακόμα και ένας πρωτοετής φοιτητής οικονομικού τμήματος θα εντόπιζε με μεγάλη ευκολία τα λάθη και τις ανακολουθίες. Γιατί όμως ένας σοβαρός επιστήμονας να ασχοληθεί με κάτι που δεν γνωρίζει ή μάλλον γιατί να νομίζει ότι γνωρίζει κάτι για το οποίο δεν έχει προφανώς ιδέα; Στη θεωρία του δικαίου το φαινόμενο αυτό ονομάζεται νομικός φορμαλισμός: η ψευδαίσθηση που έχουν πολλοί νομικοί ότι σε όλα τα ερωτήματα αρκούν για την απάντηση τα αναλυτικά εργαλεία και οι έννοιες της νομικής επιστήμης – οι άλλες επιστήμες είναι περιττές.
Ο νομικός φορμαλισμός δεν περιορίζεται στην άγνοια των οικονομικών. Εκτός από τους νομικούς που εκφράζουν μερκαντιλιστικές απόψεις του 16ου αιώνα στα άρθρα τους, έχουμε και τους νομικούς που ασχολούνται με τη φύση του γενετικού υλικού (είναι «πράγμα» ή «στοιχείο της προσωπικότητας») θεωρώντας απόλυτα φυσικό να μην κάνουν καμία αναφορά σε θεωρίες βιοηθικής και κυρίως τους νομικούς που ασχολούνται με τη ρύθμιση μιας κοινωνίας που δεν γνωρίζουν, γιατί δεν θεωρούν απαραίτητο να χρησιμοποιήσουν τα εργαλεία των εμπειρικών κοινωνικών επιστημών για να την κατανοήσουν. Φυσικά δεν είναι μόνο νομικοί αυτοί που διακρίνονται για την επίδειξη της αυτάρεσκης ημιμάθειάς τους αλλά και πολλοί άλλοι. Η καλή γνώση μιας επιστήμης δεν σου δίνει αυτόματα την αυθεντία και σε όλες τις άλλες.
Το πρόβλημα με τους διανοούμενους (με και χωρίς εισαγωγικά) που εκφράζουν δημόσια τις απόψεις τους είναι ότι δεν υπάρχει ένας εύκολος τρόπος να ελέγξει το κοινό την ποιότητά τους. Μπορούν να λένε ό,τι θέλουν. Από τον Michael Moore, τον Max Keiser, το Zeitgeist και τη Naomi Klein μέχρι τους εγχώριους μεταπράτες των θεωριών συνωμοσίας, τους αμόρφωτους δημοσιογράφους και τους διανοούμενους της συμφοράς, οι διαφορές είναι ελάχιστες. Η ομοιότητα όμως είναι μία και σημαντική: θα προωθήσουν τη δική τους ατζέντα σπεκουλάροντας στη δική μας άγνοια. Σε μια ελεύθερη κοινωνία δεν υπάρχει κανένας άλλος τρόπος να τους εμποδίσουμε παρά μόνο η περισσότερη γνώση, η ευρύτερη πληροφόρηση και φυσικά η επιστήμη – το καλύτερο όπλο απέναντι στην πλάνη.

25 April 2014

Ο βασιλιάς κι εγώ

του Γιώργου Παυριανού, Athensvoice.gr, 23/4/2014

Βρισκόμαστε στον παραλιακό δρόμο Πατρών, από τη μια μεριά είναι η θάλασσα κι από την άλλη το 14ο Δημοτικό Σχολείο Πατρών. Είναι άνοιξη του 1966, είμαι 11 χρονών, είμαι ντυμένος τσολιαδάκι και περιμένω μαζί με όλη τη γειτονιά την μπάντα του δήμου, τις αστυνομικές και πολιτικές αρχές, να περάσει από εκεί ο τότε βασιλιάς Κωνσταντίνος μαζί με τη γυναίκα του, την Άννα-Μαρία. Έκαναν περιοδεία στην Ελλάδα και θα πήγαιναν στην Ολυμπία ή στο στρατιωτικό αεροδρόμιο στον Άραξο, δεν θυμάμαι τώρα. Αυτό που θυμάμαι έντονα είναι ότι πέθαινα από ζήλια γιατί δίπλα μου, ντυμένος επίσης τσολιαδάκι, κρατάει την ελληνική σημαία ο συμμαθητής μου, ο Ηλιόκαυτος, ένα ψηλό, μαυριδερό αγόρι που είναι ο δεύτερος καλύτερος μαθητής στην τάξη, μετά από εμένα. Έτσι είχαν αποφασίσει οι δάσκαλοι, γιατί εμένα ο πατέρας μου ήταν κομμουνιστής, ενώ του Ηλιόκαυτου δεξιός και μάλιστα κομματάρχης. Ήμουν και κοντός, αυτό με έκανε έξαλλο ακόμα πιο πολύ. Έτσι η τελική απόφαση του διευθυντή ήταν να σταθώ δίπλα, παραστάτης στη σημαία. Το φύσαγα και δεν κρύωνε! Θα ερχόταν το αυτοκίνητο του βασιλιά, ο σημαιοφόρος θα κατέβαζε τη σημαία και τότε ο μεγαλειότατος έπρεπε να σταματήσει, να χαιρετήσει τη σημαία και το σημαιοφόρο. Και αυτός δεν θα ήμουν εγώ, ο καλύτερος μαθητής της τάξης. Θα άφηνα αυτή την ευκαιρία να περάσει έτσι; Ένα διαβολικό σχέδιο είχε γεννηθεί στο μυαλό μου...
Κάποια στιγμή εμφανίζεται από μακριά μια κόκκινη decapotable Mercedes. Την οδηγεί ο ίδιος ο Κωνσταντίνος. Φοράει λευκή στρατιωτική στολή με σιρίτια και παράσημα. Δίπλα του η Άννα-Μαρία, συμπαθέστατη, λίγο στρουμπουλή, με ένα απλό μπλε φόρεμα, μια σειρά μαργαριτάρια και ένα χτένισμα που θα γινόταν τα επόμενα χρόνια το must κάθε κομμωτηρίου της Πάτρας. «Πώς να σας τα χτενίσω;», «σαν της Άννας-Μαρίας!»
Η μπάντα παιανίζει, ο Ηλιόκαυτος κατεβάζει τη σημαία, ο παπα-Καμπέρος πλησιάζει με το Ευαγγέλιο και ένα ματσάκι βασιλικό, ο Κωνσταντίνος φιλάει το Ευαγγέλιο, η Άννα-Μαρία κάνει βαριεστημένη το σταυρό της: «Είναι έγκυος! Είναι έγκυος!» ψιθυρίζουν οι γειτόνισσες και τότε πετάγομαι εγώ, στέκομαι μπροστά στη Mercedes και με δυνατή φωνή αρχίζω να απαγγέλλω ένα ποίημα που έχω ετοιμάσει από την προηγούμενη μέρα:
Ω, Κωνσταντίνε βασιλιά
κι εσύ Άννα-Μαρία,
μαζί θα μπούμε νικητές
μες στην Αγιά Σοφία!

Για της Ελλάδος την τιμή
και το δικό σας στέμμα,
εμείς τα ελληνόπουλα
θα χύσουμε το αίμα!
Για μια στιγμή με κοιτούν όλοι ξαφνιασμένοι, πέφτει μια παγερή σιωπή και μετά ο Κωνσταντίνος ανοίγει την πόρτα του αυτοκινήτου, βγαίνει έξω και με χαιρετάει, σκύβει και με φιλάει, μου χαϊδεύει το κεφάλι, «πώς σε λένε, παιδί μου;», «Παυριανός. Παυριανός Γεώργιος του Θεοδώρου και της Άννης!».
Με την άκρη του ματιού μου βλέπω τον Ηλιόκαυτο να προσπαθεί να πλησιάσει, ο Κωνσταντίνος τον χαιρετάει στρατιωτικά από μακριά, οι γυναίκες σπάνε τον κλοιό των αστυνομικών, ορμάνε να αγγίξουν το βασιλιά, τον ραίνουν με ροδοπέταλα, με κολόνια Φουζέρ, πλησιάζω την Άννα-Μαρία η οποία έχει αρχίσει και φρικάρει με όλα αυτά, μου δίνει το χέρι της, «μπράβο, μπράβο!» μου λέει, «πολύ ωραίο!», ο Κωνσταντίνος μπαίνει μέσα στη Mercedes, βάζει μπρος και προσέχοντας να μη χτυπήσει τις γριές με τα λιβανιστήρια που έχουν ξεχυθεί στο δρόμο απομακρύνεται υπό τους ήχους της μπάντας.
Το μεσημέρι στο τραπέζι η μάνα μου δεν μπορεί να κρύψει τη χαρά της. «Έπρεπε να τον έβλεπες» λέει στον πατέρα μου που τρώει κατσουφιασμένος τις φακές του χωρίς να βγάζει λέξη, «έπρεπε να τον έβλεπες τη στιγμή που τον χαιρέτησε ο βασιλιάς. Όλη η γειτονιά έσκασε από τη ζήλια της!»... “συγχαρητήρια κυρία Παυριανού” μου είπε ο διευθυντής του σχολείου. “Το ποίημα του γιου σας λάμπρυνε την τελετή” μου είπε. “Επίσης, έδωσε και το όνομά του για να το γράψουν στις εφημερίδες…”»

«Δεν μας φτάνανε τα ρεζιλίκια μας, θα μας γράψουν τώρα και οι εφημερίδες!» λέει ο πατέρας μου, αφήνει τις φακές στη μέση, σηκώνεται και ανοίγει το τρανζιστοράκι: «Γκαβαρίτ Μάσκβα! Γκaβαρίτ Μάσκβα! Εδώ Μόσχα! Εδώ Μόσχα! Η αμερικανόδουλη κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου καταργήθηκε σήμερα από τις αγγλοκίνητες δυνάμεις των ανακτόρων».

«Εγώ πάω δίπλα, στη Γεύση» λέει η μάνα μου.

Γεύση είναι η κυρία Γεσθημανή, σύζυγος αστυνομικού, του Χρήστου Παπανδρέου. Είμαστε αγαπημένοι γείτονες και πολλές φορές ο κύριος Χρήστος έχει σώσει τον πατέρα μου δηλώνοντας στην αστυνομία πως «ο Θεόδωρος Παυριανός δεν ασχολείται με τον κομμουνισμόν και τα παραφυάδας του». Με την κυρία Γεύση η μάνα μου πίνει κάθε απόγευμα τον καφέ της και φυσικά μετά λένε το φλιτζάνι. «Εδώ ο κόσμος καίγεται κι εσείς το καφεδάκι σας» μονολογεί ο πατέρας μου και πάει να πάρει το μεσημεριανό του ύπνο, όπως έκαναν όλοι οι άνθρωποι εκείνη την εποχή.
Ένα χρόνο αργότερα, Παρασκευή 21 Απριλίου 1967, ο διευθυντής του σχολείου, ο κύριος Αθανασάκης, αφού μας μάζεψε στην αυλή, μας είπε ότι δεν θα κάνουμε μάθημα και θα πρέπει να γυρίσουμε αμέσως στα σπίτια μας. Ουρλιάζοντας από χαρά ξεχυθήκαμε στο δρόμο. Φτάνοντας στο σπίτι βλέπω τη μάνα μου να κλαίει και να χτυπιέται, τη Γεύση να την παρηγορεί και τον πατέρα μου να ετοιμάζει ένα μικρό, καρό βαλιτσάκι με αλλαξιές και ξυριστικά. Μόλις με βλέπουν τρέχουν και με αγκαλιάζουν, με φιλάνε, με χαϊδεύουν, «κουράγιο, αγόρι μου» λέει η κυρία Γεύση, ενώ ο πατέρας μου με παίρνει παράμερα: «Έγινε στρατιωτικό κίνημα και θα έρθουν να με συλλάβουν, θα με στείλουν εξορία. Όσο διάστημα θα λείπω να προσέχεις τη μητέρα σου και τις αδελφές σου. Εσύ θα είσαι τώρα ο άντρας της οικογενείας».
Μου φάνηκε τόσο εξωγήινο όλο αυτό, που νόμισα πως μου έκανε πλάκα. Πριν προλάβω να αντιδράσω, όμως, χτύπησε το κουδούνι της εξώπορτας. Η μάνα μου κλαίγοντας πήγε να ανοίξει. Ήταν ο αστυνομικός, ο γείτονάς μας, ο κύριος Χρήστος Παπανδρέου. «Εσένα έστειλαν, ρε Χρήστο; Εσένα έστειλαν να με συλλάβεις;» είπε με πίκρα όταν τον είδε ο πατέρας μου.
Ο κύριος Χρήστος χαμογελούσε: «Ησύχασε, Θόδωρε, ησύχασε, δεν κινδυνεύεις. Εγγυήθηκα εγώ για σένα. Εγώ κι ο γιος σου».
«Ο γιος μου;»
«Ναι. Ήσουν στη λίστα για να σε συλλάβουν. Κι όταν το είδα, πήγα στο διοικητή, έναν Μανιάτη βασιλικό, και του είπα: “Μα είναι δυνατόν να συλλάβουμε αυτόν τον άνθρωπο για κομμουνιστή; Πέρυσι ο γιος του είπε ένα ποίημα ολόκληρο για το βασιλιά!” και ευτυχώς ο Μανιάτης το θυμόταν και σε έσβησε από τον κατάλογο».
«Χρήστο, σε ευχαριστώ. Αυτό που έκανες δεν θα το ξεχάσω ποτέ».
«Τον Γιωργάκη να ευχαριστήσεις! Αυτός σε έσωσε! Αυτός κι ο βασιλιάς!»

22 April 2014

Μια διαφορετική άποψη για τον Νίκο Δήμου

από ένα κληρικό
του π. Βασιλείου Θερμού, Amen.gr, 21/4/14

Εν μέσω Μεγάλης Εβδομάδας δεν πίστευα στα μάτια μου. Προσπαθούσα να διακρίνω αν διάβαζα σωστά. Ο Νίκος Δήμου έκανε μια δήλωση που αμφισβητούσε το Άγιο Φως και κάποιοι μητροπολίτες τού επιτέθηκαν με ύβρεις και κατάρες!

Ο Νίκος Δήμου είναι γνωστός από δεκαετίες στον δημόσιο χώρο. Αποτελεί ένα κλασικό παράδειγμα ορθολογιστή, ενός ανθρώπου που εξυμνεί τον διαφωτισμό και αποκρούει κάθε τι υπερφυσικό, κάθε τι το οποίο δεν υπακούει στη λογική και στην εμπειρία. Ευνόητο είναι ότι απορρίπτει ιερατείο, εικόνες, εκδηλώσεις ευλάβειας και όλα τα συναφή. Αποδέχεται την ηθική αξία του Χριστιανισμού, χωρίς και αυτή να διεκδικεί αποκλειστικότητα.


Αν ζούσε στα αποστολικά χρόνια θα ήταν ένας αγνωστικιστής φιλοσοφών που θα δυσπιστούσε στο κήρυγμα του Αποστόλου Παύλου στην Αθήνα. Αν ζούσε στο Βυζάντιο θα θεωρούσε ειδωλολατρεία τις εκδηλώσεις των εικονοφίλων. Αν ζούσε στην Τουρκοκρατία θα ήταν ένας δεύτερος Κοραής, ίσως λίγο πιο ριζοσπαστικός. Ζη όμως στον 20ο-21ο αιώνα και όσα ισχυρίζεται δεν ξενίζουν. Για την Ευρώπη συνιστούν κοινοτοπία, για την Ελλάδα όμως φαίνεται πως εξεγείρουν τα πνεύματα.

Για ποιο λόγο η αμφιβολία, ακόμη και η άρνηση του υπερφυσικού, καθιστούν έναν άνθρωπο «εμπαθή και δαιμονιώδη», όπως έγραψε ένας μητροπολίτης; Με ποια λογική μπορεί να ποινικοποιείται τόσο βαριά ο ορθολογισμός ως στάση ζωής; Ακόμη χειρότερα, πώς νομιμοποιείται ο εκκλησιαστικός χώρος να απευθύνει τόσο φρικτές κατηγορίες όταν όλοι γνωρίζουμε ότι στα εκκλησιαστικά παρασκήνια η εμπάθεια κυριαρχεί ασύδοτη;

Άλλος μητροπολίτης τον ονόμασε «ανθρωπάκι». Ξέρουμε όλοι πολλά ανθρωπάκια μέσα στον εκκλησιαστικό χώρο, μερικά εκ των οποίων δέχθηκαν συνειδητά να χάσουν κάθε αξιοπρέπεια προκειμένου να ανελιχθούν σε υψηλά αξιώματα. Τα ανθρωπάκια αυτά θα εμφανιστούν κατόπιν κορδωμένα, σαν να μην έγινε τίποτε, να ποιμάνουν τον λαό του Θεού! Αλλά αυτοί βρίσκονται στο απυρόβλητο και δέχονται χειροφιλήματα, ενώ όχι σπάνια εμφανίζονται λαλίστατοι τιμητές πάντων!

 Και δεν είναι μόνο ότι “στο σπίτι του κρεμασμένου δεν πρέπει να μιλάνε για σχοινί”. Είναι ότι μέσα στο Μεγαλοβδόμαδο ακούστηκαν αρχιερατικές κατάρες: «να σαπίσει το στόμα του»! Γιατί; Επειδή, λέει, προσέβαλε τον Θεό. Από πού τεκμαίρεται αυτό μέσα από την δήλωσή του; Αλλά και αλήθεια να ήταν, προς τι ο υπερβάλλων ζήλος να παραβιασθή η αποστολική εντολή «ευλογείτε και μη καταράσθε»; Γιατί να επιμένουμε να παριστάνουμε εμείς τις “δώδεκα λεγεώνες αγγέλων” που ο Χριστός αρνήθηκε;

*
Τα περιστατικά αυτά δεν αποτελούν μεμονωμένα συμπτώματα. Πρέπει να αντιμετωπισθούν ως μορφές και παραλλαγές του ίδιου διαχρονικού προβλήματος που ταλανίζει την ελλαδική Εκκλησία, δηλαδή τηςαδυναμίας της να συναντηθή με τη νεωτερικότητα. Μάλλον θα έλεγα, της πεισματικής άρνησής της.

Αρνούμενη να διαλεχθή με τον νεωτερικό άνθρωπο η Εκκλησία μας ουσιαστικά φανερώνει ότι ψυχολογικά ανήκει σε άλλη εποχή, στηνπρονεωτερική, εκεί που ήκμασε επί αιώνες. Αποκαλύπτει ότι θεωρεί εαυτήν συνυφασμένη με την αγροτική κοινωνία (θυμίζω πως οι πρωινές ακολουθίες της ακόμη αρχίζουν την ίδια ώρα με την εποχή κατά την οποία οι άνθρωποι πήγαιναν για ύπνο μόλις νύχτωνε), καθώς και με τα αυτονόητα της βυζαντινής εποχής. Για μεγάλη μερίδα κληρικών μας ο νοητός χώρος που φιλοξενεί τις φαντασιώσεις τους είναι εκείνος που καθορίζεται από τον βυζαντινό αυτοκράτορα-προστάτη της Εκκλησίας, από το μονοπώλιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην δημόσια διδαχή, από την βοήθεια του “χωροφύλαξ” στην επίλυση προβλημάτων. Σε μια τέτοια φαντασιακή σφαίρα δεν υπάρχει ισότιμος αντίπαλος στον οποίο να πρέπει να αντιπαρατεθείς με επιχειρήματα. Και αν υπάρχει, οφείλει να εξοντωθεί, είτε με μηνύσεις είτε με λοιδορίες και ύβρεις.

Η κραυγαλέα απουσία διαλόγου με επιχειρηματολογία οφείλεται και σε ανικανότητα και σε άρνηση. Η μία γεννά την άλλη. Εν τω μεταξύ η εν λόγω στάση έρχεται σε ζωηρή αντίθεση με εκείνη των Πατέρων μας οι οποίοι ήξεραν να συναντήσουν τον συνομιλητή τους στο “γήπεδο” που άρμοζε στην περίπτωσή του. Αν και ζούσαν σε προνεωτερική εποχή δεν του αφαιρούσαν το δικαίωμα να λέει τη γνώμη του, αλλά είχαν το θάρρος και την εντιμότητα να αναπτύσσουν επιχειρηματολογία ομόλογη του αντιπάλου, χωρίς λοιδορίες και ύβρεις. Έτσι μίλησε ο Παύλος στους Αθηναίους, έτσι διαλέχθηκαν οι Καππαδόκες με τους εθνικούς, έτσι αποστόμωσε ο άγιος Μάξιμος τους μονοθελήτες. Συστηματική, βήμα-βήμα, αναίρεση των θέσεων του αντιπάλου μέσα από το δικό του λεξιλόγιο και τις δικές του παραστάσεις. Και αυτά σε πολιτισμικό περιβάλλον όπου δεν είχε αναπτυχθεί ακόμη το (καθολικό σήμερα) αίτημα για πλουραλισμό και πολυφωνία.

Τι λέω; Ζητάμε πολλά. Εδώ υπάρχει απλώς ένα εκρηκτικό θυμικό καθώς και ένα “κοινό” προς εσωτερική κατανάλωση. Εδώ συναντούμε εθελοτυφλία η οποία οργίζεται επειδή ο συνομιλητής αρνείται να ζήσει στην δική μας φαντασιακή εποχή. Εδώ υβρίζεται ο διαφωνών, ενώ αντίθετα ο υβριστής θα διαμαρτυρηθεί έντονα όταν υποστεί τα ίδια σε κάποια άλλη περίπτωση στην οποία νομίζει πως αδικείται. Ενδιαφέρον –όσο και εξοργιστικό- είναι ότι πολλοί εκκλησιαστικοί φωνασκούν για καταπάτηση δημοκρατικών αρχών (!) όταν δεν τους αναγνωρίζονται τα αυτονόητά τους. “Μονά-ζυγά δικά τους” δηλαδή. Η δυσανεξία προς τη νεωτερικότητα εξηγεί και γιατί πολλοί χριστιανοί έχουν κακές σχέσεις με την δημοκρατία ως πολίτευμα και κρυφά ερωτοτροπούν με φασιστικού τύπου καθεστώτα. Γενικά μερίδα κληρικών και λαϊκών θυμούνται τη δημοκρατία μόνο όταν τους συμφέρει. Και φυσικά μόνο προς τους “εκτός”, αφού στο εσωτερικό των εκκλησιαστικών ομάδων ασκούν στυγνή δικτατορία.

Εν ολίγοις, ως Εκκλησία δεν μάθαμε να είμαστε ένας από τους πολλούς. Και πεισματικά αρνιόμαστε να το μάθουμε βρίζοντας όποιον μάς θυμίζει αυτό το καθήκον. Επιπλέον, φαντασιωνόμαστε πως μόνο εμείς εκφράζουμε αυτό που λέγεται Εκκλησία. Αγνοούμε πως υπάρχουν αρκετοί πιστοί (μεταξύ των οποίων και εγώ και πολλοί άλλοι που γνωρίζω) που βρίσκουν γελοίο να υποδεχόμαστε το Άγιο Φως με τιμές αρχηγού κράτους!

*
Είναι περιττό να τονίσω ότι αντιδράσεις σαν και αυτές που επικρίνουμε εδώ απλώς “σπρώχνουν πιο βαθιά το καρφί”. Με άλλα λόγια, το μόνο που καταφέρνουν είναι να δικαιώνουν τους ορθολογιστές στις προκαταλήψεις τους και να παγιώνουν ακόμη περισσότερο την εντύπωσή τους ότι αυτό που ονομάζεται “Ορθόδοξη Εκκλησία” δεν είναι παρά ένας όχλος σκοταδιστών και φανατικών ρασοφόρων και των αφελών οπαδών τους.

Θα έπρεπε να το αποφεύγουμε αυτό. Όχι μόνο επειδή και αυτοί αποτελούν ένα εν δυνάμει ποίμνιό μας το οποίο θα άξιζε κάποτε να προσελκυσθεί. Αλλά και επειδή υπάρχει δυνατότητα για συμμαχίες.

Πριν από μερικά χρόνια βρέθηκα με τον Νίκο Δήμου σε τηλεοπτική εκπομπή. Δεν δυσκολευθήκαμε αμέσως να στοιχηθούμε στην ίδια γραμμή, μια και απέναντί μας είχαμε αστρολόγους. Με τα συνδυασμένα επιχειρήματα του ορθολογισμού και της πίστης καταφέραμε να ανατρέψουμε την εξωφρενική νεοεποχήτικη νοοτροπία περί “αστρικών δυνάμεων” και των επιδράσεών τους στη ζωή μας, την οποία οι συνομιλητές μας προσπάθησαν να περάσουν στο τηλεοπτικό κοινό.

Το παράδειγμα αυτό είναι καίριο. Μέσα στη μετανεωτερική σύγχυση που βιώνουμε, η συμμαχία των δυνάμεων της ορθολογιστικής νεωτερικότητας και της Θεολογίας μας έχει την ικανότητα να αρθρώσει ισχυρό αντίλογο στην αντίληψη περί σχετικότητας των πάντων και να συνδράμει το μεταμοντέρνο υποκείμενο που είναι θραυσματοποιημένο και ανορθολογικό. Πολλοί εκκλησιαστικοί δεν έχουν συλλάβει αυτή την πολιτισμική εξέλιξη και συνεχίζουν να απευθύνονται προς τους ορθολογιστές με όρους παρωχημένης απολογητικής, αγνοώντας ότι πλέον υπάρχει πεδίο κοινού αγώνα για να διασωθεί η ακεραιότητα του ανθρωπίνου προσώπου.

*
Αδελφοί ορθολογιστές, σε πείσμα των αμφιβολιών σας ή και των βεβαιοτήτων σας, μάθετε ότι ο Χριστός Ανέστη!
Αδελφοί συντηρητικοί-προνεωτερικοί χριστιανοί, ας μη λησμονούμε ότι «ημείς κηρύττομεν Χριστόν εσταυρωμένον», ο Οποίος δεν βρίζει και δεν καταριέται. Μόνο διαλέγεται και αγαπά. 

Με τη δική μου υπενθύμιση: Κι αν καμιά φορά αναστηθεί κάποιος, πάλι στην επιστήμη θα το οφείλει και όχι σε μάγους από την έρημο της Παλαιστίνης ή σε ανύπαρκτους φίλους κάπου στο σύμπαν - γιατί στον προσιτό ουρανό δεν βλέπω να κατοικεί οποιοσδήποτε...

19 April 2014

Το "Άγιο Φως" και η Ιδέα ενός Τουριστικού Πράκτορα

του Πέτρου Κατσάκουvice.com, 19/4/2014

Ως το 1988, το «Άγιο Φως» ερχόταν στην Ελλάδα από το Ισραήλ δια της θαλάσσιας οδού μετά από ένα πολυήμερο ταξίδι και φυσικά κατόπιν εορτής. Το Άγιο Φως ξεκινούσε από τα Ιεροσόλυμα το μεσημέρι του Μεγάλου Σαββάτου έμπαινε σε ένα καράβι στο λιμάνι της Χάιφα και έφτανε στον Πειραιά τουλάχιστον μια εβδομάδα μετά την Ανάσταση χωρίς ουσιαστικά να το μάθει κανείς. Ήταν η εποχή που ο ερχομός του «Αγίου Φωτός» στην Ελλάδα ήταν μια καθαρά εκκλησιαστική υπόθεση. Μέχρι που εκείνη τη χρονιά ένας δαιμόνιος ταξιδιωτικός πράκτορας με ειδικότητα τον θρησκευτικό τουρισμό καθώς το γραφείο του οργάνωνε εκδρομές στους Αγίους Τόπους είχε την φαεινή ιδέα της αεροπορικής μεταφοράς του Φωτός στην Αθήνα. Η ιδέα ανήκε στον Ιάκωβο Οικονομίδη, ιδιοκτήτη τουριστικού πρακτορείου στην οδό Νίκης του Συντάγματος που κατάφερε να πείσει τον τότε Έξαρχο του Παναγίου Τάφου στην Αθήνα και μετέπειτα Πατριάρχη κ. Ειρηναίο να συνδράμει στην υλοποίηση της «ιερής πτήσης». 
Η τότε κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου δεν χρειάστηκε και ιδιαίτερες πιέσεις από την εκκλησία ώστε να διαθέσει ένα Boeing της Ολυμπιακής για την μεταφορά του Φωτός από τα Ιεροσόλυμα στην Αθήνα. Και ενώ η αρχική ιδέα του τουριστικού πράκτορα αφορούσε στην έγκαιρη άφιξη του Αγίου Φωτός στην Ελλάδα πριν από τον εορτασμό της Ανάστασης ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε μια ακόμη πιο «φωτεινή» ιδέα. Ο Χρήστος Σαρτζετάκης είναι ο ανάδοχος της επισημοποίησης της φλόγας από τα Ιεροσόλυμα σε «αρχηγό κράτους». Ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, γνωστός και για την υπερβολική τυπολατρία, ήταν ο εμπνευστής των κόκκινων χαλιών στο αεροδρόμιο, των στρατιωτικών αγημάτων και της μπάντας να παιανίζει μπροστά σε ένα ένα μικρό φαναράκι. Χαρακτηριστική της υπερβολής ήταν και η δήλωση ενός πρώην υπουργού την πρώτη χρονιά λειτουργίας του αεροδρομίου Ελευθέριος Βενιζέλος που είχε πει πως «ο πρώτος αρχηγός κράτους που θα υποδεχτούμε στο νέο αεροδρόμιο είναι το Άγιο Φως». 
Τα επόμενα χρόνια η «ιερή πτήση» από τα Ιεροσόλυμα είχε σαν αποτέλεσμα την δημιουργία μιας πολύπλοκης όσο και πολυδάπανης εκστρατείας μεταφοράς του Αγίου Φωτός από το αεροδρόμιο της πρωτεύουσας σε κάθε γωνιά της χώρας με deadline τα μεσάνυχτα του Μεγάλου Σαββάτου. Αεροπλάνα, ελικόπτερα, σκάφη του λιμενικού και περιπολικά επιστρατεύτηκαν στην «επιχείρηση Άγιο Φως» ώστε οι αναστάσιμες λαμπάδες να ανάβουν με την άρτι αφιχθείσα φλόγα.
Από το 2002 το Υπουργείο Εξωτερικών ανέλαβε την οργάνωση αλλά και το οικονομικό κόστος της αεροπορικής μεταφοράς του «Αγίου φωτός» με ειδική πτήση στην Αθήνα και τις ειδικές πτήσεις της πολιτικής και πολεμικής αεροπορίας σε διάφορες Μητροπόλεις ανά την Ελλάδα με ακόμα μεγαλύτερη οικονομική επιβάρυνση. 
Έτσι και φέτος δεκάδες πτήσεις θα προσαρμόσουν τις ώρες αναχώρησής τους από την Αθήνα ώστε το Άγιο Φως να φτάσει εγκαίρως σε Ιωάννινα, Κέρκυρα, Κεφαλλονιά, Ζάκυνθο, Μύκονο, Σάμο, Κω, Μυτιλήνη, Ηράκλειο, Χίο, Σαντορίνη, Καβάλα, Θεσσαλονίκη και Ρόδο. Για τα υπόλοιπα αναλαμβάνει στη συνέχεια η Αστυνομία και το Λιμενικό που διαθέτουν οχήματα και ταχύπλοα ώστε το Φως να μεταφερθεί σε πόλεις και μικρότερα νησιά ενώ δεν λείπουν και οι «χορηγοί» όπως στην περίπτωση γνωστού εφοπλιστή που κάθε χρόνο ναυλώνει ιδιωτικό αεροπλάνο και με δικά του έξοδα μεταφέρει την φλόγα στην Σκιάθο. Και ενώ όλη αυτή η κινηματογραφική επιχείρηση δεν μετρά παρά δυο δεκαετίες ζωής έχει πάρει καταχρηστικά τον ορισμό της «παράδοσης». Μια «παράδοση» που στήθηκε πάνω στην ιδέα ενός τουριστικού γραφείου και πήρε την μορφή της πολιτικοθρησκευτικής υπερπαραγωγής.
Αξίζει πάντως να σκεφτεί κανείς πως η αυθεντικότητα της ιδέας παραμένει αυστηρά ελληνική καθώς κανένα άλλο ορθόδοξο κράτος στον κόσμο δε ναυλώνει αεροσκάφος για να μεταφέρει το Φως, ούτε φυσικά το υποδέχεται ως αρχηγό κράτους. Μοναδική εξαίρεση η Κύπρος που από το 2013 αποφάσισε να ακολουθήσει το ελληνικό παράδειγμα της αερομεταφοράς του Αγίου Φωτός χωρίς όμως υποδοχή αρχηγού κράτους. Η ελληνική πρωτοτυπία εκτός από την «Ένωση Άθεων» που χρόνια τώρα ζητά να σταματήσει να πληρώνουν οι φορολογούμενοι το κόστος της μεταφοράς δεν έχει αποφύγει την κριτική ακόμη και ανθρώπων της ίδιας της Εκκλησίας όπως του Μητροπολίτης Ναυπάκτου, Ιερόθεου που έχει σταθεί επικριτικός για το τελετουργικό αυτό, το οποίο είχε χαρακτηρίσει σαν πρόκληση, υποστηρίζοντας πως «δεν μπορούμε να θέσουμε το Άγιον Φως στην ίδια θέση με τον αρχηγό Κράτους, διότι δεν αποτελεί μια εξουσία τεταγμένη για να εξυπηρετεί μεταπτωτικές καταστάσεις».
Εδώ και λίγα εικοσιτετράωρα με αφορμή ένα άρθρο του Νίκου Δήμου, ο «Φωτεινός Αρχηγός Κράτους» έβαλε φωτιά στο πολιτικό σκηνικό με βουλευτές, πολιτευτές, υποψήφιους και δημοσιογράφους να χτυπιούνται στα τηλεοπτικά παράθυρα για την ιερή πτήση, το κόστος και την υπερβολή των τιμών αρχηγού κράτους. Οι καυγάδες μάλιστα δεν έχουν σε τίποτα να ζηλέψουν το παραδοσιακό ξύλο που πέφτει κάθε Μεγάλο Σάββατο στον Ναό της Αναστάσεως ανάμεσα σε Ορθόδοξους και Κόπτες για το ποιος θα πάρει πρώτος το Φως από το κερί του Πατριάρχη Ιεροσολύμων την ώρα που βγαίνει το θαύμα από τον Πανάγιο Τάφο.


Για την ιστορία του «θαύματος» οι πρώτες αναφορές για την τελετή ανάγονται στον 2ο αιώνα μ.Χ. και μιλούν για μια απλή συμβολική αναπαράσταση και τίποτε άλλο. Αυτή η ιστορία κράτησε χρόνια. Μέχρι που έφτασαν στους Άγιους Τόπους οι Σταυροφόροι. Έτσι, η απλή τελετή με το συμβολισμό της έδωσε τη θέση της στο «θαύμα» της «χρυσοτόκου τελετής», όπως τη χαρακτηρίζει ο ιστορικός Κυριάκος Σιμόπουλος και από το 1118 μ.Χ πέρασε σε ελληνικά χέρια.