10 October 2010

«Μπόνα πρέζα»

(ΣΠΥΡΟΣ ΒΡΕΤΟΣ, ΒΗΜΑ, 3/10/2010)

Οι Ελληνες και το δίκτυο της πειρατείας στη Μεσόγειο από τον 16ο ως τις αρχές του 19ου αιώνα. Τα πορτρέτα των κουρσάρων

Τη συζήτηση που διεξάγεται διεθνώς (και στην Ελλάδα) για την πειρατεία, πρώτα στα Στενά της Μαλάκα και στη συνέχεια στο Κέρας της Αφρικής, στα ανοιχτά της Σομαλίας, θα μπορούσε να εμπλουτίσει το συναρπαστικό βιβλίο του Ρeter Εarle.

Ο συγγραφέας, έπειτα από μια κατατοπιστική εισαγωγή όπου περιγράφει γλαφυρά το πλαίσιο μέσα στο οποίο διαδραματίστηκε η «περιπέτεια» της πειρατείας στη Μεσόγειο από τον 16ο ως και τις απαρχές του 19ου αιώνα, αναλύει χωριστά τις περιπτώσεις των μουσουλμάνων πειρατών της Μπαρμπαριάς (μεσογειακά παράλια του Μαρόκου, της Τύνιδας και της Τριπολίτιδας) αλλά και των πολύ λιγότερο γνωστών χριστιανών κουρσάρων της Μάλτας.

Η πρώτη ενότητα είναι αφιερωμένη στους μπαρμπαρέζους πειρατές και περιγράφει την οργάνωση και τη δράση τους. Προκύπτουν μια σειρά ενδιαφέροντα ερωτήματα για τις γενικότερες γεωπολιτικές διαστάσεις του φαινομένου της πειρατείας. Γιατί, αναρωτιέται ο συγγραφέας, οι αναδυόμενες τότε μεγάλες ναυτικές δυνάμεις (η Αγγλία και η Γαλλία) δεν συνασπίστηκαν για να εξαλείψουν μια και καλή τους κουρσάρους; Διότι, απλούστατα, προτιμούσαν να συνάπτουν σιωπηρές συμφωνίες μαζί τους ώστε οι κουρσάροι να μην πλήττουν τα δικά τους καράβια ούτως ώστε τόσο οι Γάλλοι όσο και οι Αγγλοι να κυριαρχούν στη Μεσόγειο και να υπερτερούν των λιγότερο ισχυρών ανταγωνιστών τους- των Ολλανδών, των Ιταλών, των Καταλανών.

«Δεν υπάρχει αμφιβολία» γράφει ο Εarle «πως η τακτική αυτή διευκόλυνε αφάνταστα τη διείσδυση της δυτικοευρωπαϊκής εμπορικής ναυτιλίας στην ακτοπλοΐα της Μεσογείου. Καλύτερα να πλήρωνε κανείς τα αυξημένα κόμιστρα των ισχυρών και πάνοπλων αγγλικών πλοίων ώστε να φτάσει σίγουρος στον προορισμό του, παρά να πλήρωνε τα τσουχτερά ασφάλιστρα που συνεπάγονταν οι κίνδυνοι του ταξιδιού με σκάφη πιο αδύναμων κρατών».

Η δεύτερη, εκτενέστερη ενότητα του βιβλίου, που αφορά τους Μαλτέζους, ίσως ενδιαφέρει πιο εξειδικευμένα τον έλληνα αναγνώστη. Το ότι οι κουρσάροι της Μάλτας τελούσαν υπό την υψηλή εποπτεία του μεγάλου μαγίστρου του Τάγματος των Ιωαννιτών Ιπποτών, ο οποίος με τη σειρά του ήταν υποτελής στον Πάπα της Ρώμης, είναι γνωστό σε λίγους. Το γεγονός ότι οι Μαλτέζοι καπετάνιοι κούρσευαν σε μεγάλο ποσοστό πλοία που φέρονταν να ανήκουν σε Ελληνες και επανδρωμένα από Ελληνες είναι ίσως αναμενόμενο- μια και το θαλάσσιο εμπόριο στο Αιγαίο και στο Λεβάντε ήταν στα χέρια των Ρωμιών. Η αποκάλυψη όμως ότι οι Γραικοί, επειδή δεν έβρισκαν το δίκιο τους στα δικαστήρια της Μάλτας, κατέφευγαν στην παπική αυλή η οποία σχεδόν πάντοτε τους δικαίωνε (με το επιχείρημα ότι οι ορθόδοξοι είναι χριστιανοί και κατά συνέπεια δεν αποτελούν «μπόνα πρέζα», δηλαδή «καλή λεία») προξενεί έκπληξη.

Ο αποστάτης και ο πιστός

Η τρίτη ενότητα του βιβλίου περιλαμβάνει τις συναρπαστικές ιστορίες, τη βιογραφία και τη δράση πέντε κουρσάρων- τριών χριστιανών, ενός μουσουλμάνου και ενός αποστάτη που εγκατέλειψε τον χριστιανισμό και προσηλυτίστηκε στο Ισλάμ (εκείνη την εποχή, πράξη περισσότερο συνηθισμένη απ΄ όσο πιστεύουμε). Οι χριστιανοί είναι ο Ισπανός Αλόνσο ντε Κοντρέρας, που έδρασε στις αρχές του 1600, ο Μαλτέζος Αλοΐζιο Γκαμάρα που κούρσευε καράβια το δεύτερο μισό του 17ου αιώνα, και ο Κορσικανός Φρανσέσκο ντι Νατάλε, του οποίου η δράση εκτείνεται ως τα μέσα του 18ου αιώνα, ενώ ο μουσουλμάνος είναι ο Αλγερίνος Ρέις Χαμίντου, ο οποίος νικήθηκε από το αμερικανικό πολεμικό ναυτικό μόλις το 1815. Ο αποστάτης είναι ο Καπετάν Δεσμοφύλακας, ένας Γάλλος δεσμοφύλακας κουρσάρικου ο οποίος τη δεκαετία του 1670, έπειτα από ανταρσία, κατέλαβε τρία κουρσάρικα της Μάλτας και ύστερα από πολλές περιπέτειες- και αφού αλλαξοπίστησε παίρνοντας το όνομα Μαχμούτ - κατέληξε στόλαρχος στο Αλγέρι.


Κοστούμια του Νταμόρε για την όπερα του Βέρντι ο «Κουρσάρος»


Ο επίλογος του βιβλίου περιγράφει τα τελευταία χρόνια του «Αιώνιου Πολέμου» μεταξύ των δύο κυρίαρχων θρησκειών της Μεσογείου, ο οποίος αποτέλεσε κατά παράδοση την «ορθολογική» ερμηνεία και το νομιμοποιητικό επιχείρημα της κουρσάρικης δραστηριότητας, εκατέρωθεν. Ο συγγραφέας εκτιμά ότι το ουσιαστικό τελικό πλήγμα κατά της πειρατείας στη Μεσόγειο ήρθε με την κατάληψη της Μάλτας από τον Ναπολέοντα το 1798 - παρότι η δράση των πειρατών συνεχίστηκε, όπως είδαμε, και τον 19ο αιώνα.

Ο Εarle δίδαξε στο London School of Εconomics και σήμερα είναι ομότιμος καθηγητής Οικονομικής Ιστορίας στο University of London. Εχει στο ενεργητικό του περισσότερα από 12 βιβλία που αφορούν κυρίως τη ναυτιλιακή ιστορία και την οικονομική και κοινωνική ιστορία της Αγγλίας. Οι «Κουρσάροι», ένα από τα πρώτα του έργα, πρωτοκυκλοφόρησε το 1970 και θεωρείται κλασικό. Στα πλεονεκτήματα της ελληνικής έκδοσης περιλαμβάνεται η εξαιρετική και «ψαγμένη» μετάφραση.

Πρώιμοι αναρχικοί

Ο τόμος του Εarle συμπληρώνει ιδανικά ένα άλλο βιβλίο,το Πειρατικές Ουτοπίες: Μαυριτανοί κουρσάροι και Ευρωπαίοι αποστάτες του Ρeter Lamborn Wilson,που κυκλοφόρησε από τον ίδιο εκδοτικό οίκο το 2009 και περιγράφει τις αυτόνομες πολιτείες τις οποίες ίδρυσαν οι κουρσάροι της Μπαρμπαριάς. Σε αυτούς είχαν προσχωρήσει, σε αναζήτηση ελευθερίας, και Ευρωπαίοι που διέφυγαν από τις χώρες τους,τις οποίες κυβερνούσαν αυταρχικοί μονάρχες. Οι «ρενεγκάντος» (αποστάτες) αυτοί, πρώιμοι αναρχικοί, συνέβαλαν στη δημιουργία μιας χαλαρής «ομοεθνίας» από πόλεις-κράτη, πολυεθνικά κοινωνικά μορφώματα που αντιστέκονταν στην επιβολή των νόμων των «πολιτισμένων» κρατών και λειτουργούσαν με όρους που σήμερα θα αποκαλούσαμε αντιεξουσιαστικούς.

Η ενασχόλησή του με τις πειρατικές πολιτείες οδήγησε τον Wilson στη θεωρία του για τις «Προσωρινές Αυτόνομες Ζώνες» (ΤΑΖ), περιοχές διαβίωσης -ή επικοινωνίας, σήμερα- που υφίστανται έξω από το σύστημα του λοιπού (νομικού, κοινωνικού κ.λπ.) περιβάλλοντος και εντός των οποίων η σχέση και δράση των ατόμων σχετίζεται άμεσα με την ευχαρίστηση,την ηδονή και την ελευθερία - σε τελική ανάλυση, την άρνηση υποταγής σε νόμους και νόρμες.