08 September 2007

Βιβλία, βιβλία

Την εποχή της πειρατείας

Τρία νέα ιστορικά βιβλία ανατρέπουν τους δημιουργημένους μύθους

Στις 22 Νοεμβρίου του 1718, ο Εντουαρντ Θατς, γνωστότερος ως «ο Μαυρογένης», σκοτώθηκε σε μια αιματηρή συμπλοκή πάνω στο πλοίο του. Είτε, όπως το θέλει ο μύθος, παλεύοντας μέχρι την ύστατη στιγμή με το σώμα γεμάτο σφαίρες από τα μουσκέτα, ώσπου έπεσε στο κατάστρωμα νεκρός είτε όπως άλλες πληροφορίες αυτοπτών λένε, χάνοντας μονομιάς το κεφάλι από ένα καίριο χτύπημα σπαθιού. Η αλήθεια πάντως είναι ότι το κρανίο του, οι αντίπαλοί του, Αμερικανοί ναυτικοί κυρίως υπό την ηγεσία ενός τολμηρού υποπλοιάρχου, το κάρφωσαν στην πλώρη του πλοίου στη διάρκεια της επιστροφής πίσω στη Βιρτζίνια.

Ο θάνατος αυτός υπήρξε εμβληματικός για το τέλος της χρυσής εποχής της πειρατείας, μιας περιόδου αχαλίνωτων φονικών, λεηλασιών και απαγωγών στις μεγάλες θάλασσες. Παλιότερα, αλλά και πρόσφατα ο κινηματογράφος έχει υμνήσει τα κλέη των πειρατών και των προκατόχων τους, κουρσάρων του 17ου αιώνα, που είναι τώρα το θέμα τριών νέων ιστορικών βιβλίων: «Η αυτοκρατορία του γαλάζιου νερού», «Η λεηλασία του Παναμά» και «Η δημοκρατία των πειρατών».

Στην ιστορία, τα φορτηγά και επιβατικά πλοία ήταν απροστάτευτα. Οι πειρατές ήταν ο τρόμος των θαλασσών της αρχαίας Ελλάδας, της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, της Κίνας της Δυναστείας Γκινγκ. Θύματα απαγωγής από πειρατές ήταν ο Ιούλιος Καίσαρας, ο Αγιος Πατρίκιος και ο Θερβάντες. Τον 17ο αιώνα η πειρατεία είχε αποβεί τόσο αποτελεσματική και επίφοβη ώστε πολλούς πειρατές μίσθωναν στις υπηρεσίες τους κυβερνήσεις για να επιτίθενται, ως κουρσάροι εναντίον πλοίων και αποικιών αντιπάλων Εθνών. Ενας από τους πιο διακεκριμένους εξ αυτών, ήταν ο πλοίαρχος Χένρι Μόργκαν (προκάτοχος του Μαυρογένη) με εξαιρετική επιτυχία στην πολιορκία και λεηλασία ισπανικών φυλακίων στην Αμερική. Αυτός υπήρξε μια τόσο σύνθετη και ενδιαφέρουσα μορφή ώστε η ζωή του ως κουρσάρου, με αποκορύφωμα την επίθεση κατά του Παναμά το 1671, να αποτελεί το κύριο θέμα των δύο από αυτά τα βιβλία, της «Αυτοκρατορίας του γαλάζιου νερού» και της «Λεηλασίας του Παναμά».

Ο Stephen Talty, συγγραφέας του Empire of Blue Water (Crown, 332 σελ. 24,95 δολάρια), φέρνει στη ζωή με αξιοσημείωτη ζωντάνια, όπως γράφει η Κάντις Μίλαρντ στην «Ιντερνάσιοναλ Χέραλντ Τρίμπιουν», τους ανθρώπους, τις περιπέτειες, τον καιρό τους, εισάγοντας όμως ενίοτε και κάποια μυθοπλαστικά στοιχεία. Με βραδύτερο αφηγηματικό ρυθμό αλλά πιο αναλυτικός και προσεκτικός στην ακρίβεια των ιστορικών λεπτομερειών, ο Peter Earle στο The Sack of Panama (εκδ. Thomas Dunne, 292 σελ. 25,95 δολάρια), εξετάζει και την πλευρά των Ισπανών, όχι μόνο τους φόβους του βασιλιά Φίλιππου Δ΄ αλλά και τα δεινά του διοικητή του Παναμά ντον Χουάν Πέρεζ ντε Γκουζμάν, ο οποίος είχε αναλάβει το σχεδόν ακατόρθωτο έργο της υπεράσπισης του Παναμά απέναντι στον Μόργκαν και τη συμμορία του.

Οταν ο Μόργκαν έπλεε στις μεγάλες θάλασσες, η Ισπανία κυβερνούσε την Αμερική και εξαρτιόταν αποφασιστικά από το χρυσάφι, το ασήμι και τους άλλους θησαυρούς που κέρδιζε από τις υπερθαλάσσιες κτήσεις της. Η Αγγλία ήθελε μερίδιο αλλά έπρεπε να διατηρήσει, τυπικά έστω, τις ειρηνικές σχέσεις γι’ αυτό προσέλαβε κουρσάρους να εκτελέσουν το βρώμικο έργο. Ο κυβερνήτης του Παναμά κατάλαβε ότι γρήγορα θα στρέφονταν εναντίον της κτήσης του αλλά η Ισπανία αρνήθηκε να του στείλει βοήθεια. Ετσι ο Μόργκαν κατέφθασε εκεί, τον Δεκέμβριο 1670, με 38 πλοία και 1.500 άνδρες και ένα μήνα αργότερα εισήλθε σε μια καμένη και σχεδόν άδεια πόλη.

Το τέλος του, είναι ακόμα πιο ενδιαφέρον. Η αγγλική κυβέρνηση, χρησιμοποιώντας τις κουρσαρικές αρετές του, του ανέθεσε να συλλαμβάνει και να απαγχονίζει πειρατές. Αλλά τέτοια ήταν η ακμή της πειρατείας ώστε ούτε ο περιβόητος Μόργκαν μπόρεσε να την αναχαιτίσει. Την άνοδο και την πτώση των πιο διαβόητων πειρατών της χρυσής εκείνης εποχής του Μαυρογένη, του Σάμιουελ Μπέλαμι, του Τσαρλς Βέιν, αφηγείται το βιβλίο του Colin Woodard, The Republic of Pirates (Harcourt, 383 σελ., 27 δολάρια). Οπως και του ανθρώπου που τους καταδίωξε, του Γουντς Ρότζερς.

Η άνοδος της πειρατείας, κατά τον ιστορικό, δεν οφείλεται μόνο στην επιθυμία κάποιων ή και πολλών περιθωριακών και θαλασσόλυκων, για περιπετειώδη ζωή και μεγάλα πλούτη. Ηθελαν και μια «κοινωνική και πολιτική επανάσταση». Εξεγέρθηκαν κατά της καταπίεσης σε οποιαδήποτε μορφή της. Η βία τους, όμως, δεν είχε όρια. Για να πείσουν τα θύματά τους να τους δώσουν όσα κατείχαν, τους βασάνιζαν φοβερά. Η κατάσταση έφθασε σε τέτοιο σημείο, ώστε ο Αγγλος βασιλιάς αναγκάσθηκε να καταφύγει στον, επίσης κουρσάρο και θαλασσοπόρο, σαν τον Μόργκαν, Γουντς Ρότζερς, για να θέσει τέλος στην τρομοκρατία των πειρατών.

Αυτός ακολούθησε την αρχή του διαίρει και βασίλευε. Συμβούλευσε τον βασιλιά να χορηγήσει αμνηστία σε όσους πειρατές παραδίδονταν - οι άλλοι θα διώκονταν ανελέητα. Στις Μπαχάμες όπου ο Μαυρογένης είχε δημιουργήσει μια ιδιότυπη «Δημοκρατία πειρατών», άνοιξε χάσμα στις τάξεις της. Οι μισοί ήταν υπέρ της συγγνώμης και οι άλλοι κατά.

Στους κατοπινούς τρεις αιώνες, οι πειρατές έγιναν σύμβολα γενναιότητας, τόλμης, ανυπακοής. Τα ερείπια όμως και τα πτώματα που άφησαν πίσω τους, δεν επιτρέπουν πολλή νοσταλγία. Τα τρία τούτα βιβλία δίνουν τη δυνατότητα στους αναγνώστες, νοσταλγούς ή όχι, να δουν τους πειρατές όπως πραγματικά ήταν. Ευγνώμονες ότι δεν υπάρχουν πια.

(International Herald Tribune, Καθημερινή, 30/8/2007)